Στην Ελλάδα, όπου η απονομή της δικαιοσύνης γίνεται με ρυθμούς που φλερτάρουν με την παραγραφή, η ισότητα ενώπιον του νόμου παραμένει περισσότερο συνταγματική ευχή παρά πραγματικότητα. Οι αναλώσιμοι, οι ανώνυμοι και οι κοινωνικά αδύναμοι βρίσκονται συχνά αντιμέτωποι με ποινές, ενώ οι επώνυμοι —εκείνοι που διαθέτουν ισχύ, χρήμα ή δημόσια προβολή— καταφέρνουν με διάφορους τρόπους να απαλλαγούν. Η πιο συνηθισμένη μέθοδος είναι η επιδέξια μεθόδευση της παραγραφής ή η αμφισβήτηση του δόλου, που ανοίγει διάπλατα την πόρτα στη δικαστική επιείκεια. Οι καταδίκες αποτελούν σπάνια εξαίρεση, που απλώς επιβεβαιώνει τον κανόνα.
Η ατιμωρησία των ισχυρών δεν είναι φαινόμενο καινούργιο. Από τον 7ο αιώνα π.Χ. ο Ζάλευκος, τύραννος των Επιζεφυρίων Λοκρών, είχε διαπιστώσει τη διαχρονική στρέβλωση: «Οι νόμοι μοιάζουν με τον ιστό της αράχνης· παγιδεύουν μόνο τα μικρά έντομα». Και πράγματι, σε μια χώρα όπου το κράτος δικαίου λειτουργεί περισσότερο ως σύνθημα παρά ως θεσμική πράξη, ο νόμος εφαρμόζεται επιλεκτικά. Εκεί όπου θα έπρεπε να είναι ίσος για όλους, μετατρέπεται σε όπλο των ισχυρών ή σε παγίδα για τους αδύναμους.
Σήμερα, οι περισσότεροι που απολαμβάνουν προνομιακή μεταχείριση δεν είναι οι θεσμικά “επώνυμοι”, αλλά όσοι τα ΜΜΕ ή η οικονομική τους δύναμη έχουν αναδείξει σε διασημότητες. Αυτοί κατορθώνουν —με τις κατάλληλες διασυνδέσεις ή μέσω της προβολής τους— να αντιμετωπίζονται από τις αρχές ως «ιδιαίτερες περιπτώσεις». Με πρόσχημα την προστασία των προσωπικών δεδομένων, τα ονόματά τους αποσιωπούνται ακόμη και όταν είναι κατηγορούμενοι για σοβαρά αδικήματα.
Ακόμη και σε περιπτώσεις καταδίκης, ο εγκλεισμός τους μετατρέπεται σε “διαμονή” VIP, μακριά από τους κοινούς κρατούμενους. Στις ίδιες φυλακές, όμως, συχνά οι αρχηγοί εγκληματικών οργανώσεων συνεχίζουν να διευθύνουν από μέσα τις δραστηριότητές τους, αναπαράγοντας την αίσθηση μιας κοινωνίας όπου κάποιοι είναι “πιο ίσοι από τους άλλους”, όπως έγραφε ο Τζορτζ Όργουελ στη Φάρμα των Ζώων. Πολιτικοί, επιχειρηματίες, ποδοσφαιρικοί παράγοντες, καλλιτέχνες ή απλώς εύποροι πολίτες δημιουργούν έτσι ένα παρακράτος προνομίων μέσα στο ίδιο το κράτος δικαίου.
Από τα VIP των φυλακών στα κυκλώματα των πλαστών τιμολογίων
Η πραγματικότητα που περιγράφει ο Όργουελ παίρνει σάρκα και οστά στα πρόσφατα ευρήματα της Δίωξης Αντιμετώπισης Οικονομικών Εγκλημάτων (ΔΑΟΕ). Οι αστυνομικοί αποκάλυψαν ένα πολυμελές κύκλωμα που χρησιμοποιούσε κατασκευαστική εταιρεία μονοπρόσωπη ΕΠΕ για την έκδοση εικονικών τιμολογίων. Μέσω αυτών πραγματοποιούνταν απάτες επιστροφής φόρου, προκαλώντας ζημία στο Δημόσιο που αγγίζει τα 12 εκατομμύρια ευρώ.
Η έρευνα, που διήρκεσε έξι μήνες, αποκάλυψε ένα δίκτυο συναλλαγών μεταξύ της εταιρείας-βιτρίνας και επιχειρηματία, προέδρου ΠΑΕ, ο οποίος φέρεται ως εγκέφαλος του κυκλώματος. Στο δίκτυο συμμετείχαν επίσης λογιστές, εταιρεία τηλεοπτικού παραγωγού και περισσότερες από 370 εικονικές εταιρείες. Το σύστημα εκμεταλλευόταν κενά στη λειτουργία της ΑΔΑΕ, καθώς οι αιτήσεις επιστροφής ΦΠΑ μικρών ποσών εγκρίνονταν αυτόματα, χωρίς ουσιαστικό έλεγχο.
Από τις τηλεφωνικές υποκλοπές που καταγράφηκαν, προέκυψαν ενδείξεις ότι στο κύκλωμα εμπλέκονταν και υπάλληλοι υπουργείων, οι οποίοι λάμβαναν «πολύ μεγάλη μίζα». Σύντομα αποκαλύφθηκε νέα υπόθεση απάτης στο Τελωνείο Πειραιά, με κλοπή ΦΠΑ ύψους 5 εκατομμυρίων ευρώ από εισαγωγές προϊόντων από την Κίνα. Συνελήφθησαν 18 άτομα, μεταξύ των οποίων και εκτελωνιστής με 3 εκατομμύρια ευρώ σε μετρητά στο σπίτι του. Για την υπόθεση αυτή παρενέβη και η Ευρωπαία Εισαγγελέας, Λάουρα Κοβέσι, υπογραμμίζοντας τη διασύνδεση εθνικής και ευρωπαϊκής απάτης εις βάρος του δημοσίου χρήματος.
Η αστυνομική έρευνα ολοκληρώθηκε, οι δικογραφίες διαβιβάστηκαν στη Δικαιοσύνη και η ανάκριση βρίσκεται σε εξέλιξη. Κάποιοι εκ των κατηγορουμένων προφυλακίστηκαν, άλλοι αφέθηκαν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους. Όπως συνήθως, άρχισαν να κυκλοφορούν ψίθυροι περί «παρεμβάσεων». Η εμπειρία διδάσκει ότι, καθώς οι δικηγόροι υποβάλλουν διαδοχικά αιτήματα, η ανάκριση παρατείνεται, οι μάρτυρες εξαντλούνται και η υπόθεση σιγά-σιγά φτάνει στα όρια της παραγραφής.
Ακόμη κι αν υπάρξει καταδίκη, το ισχύον πλαίσιο είναι τέτοιο που εξασφαλίζει ήπιες ποινές. Για απάτη σε βάρος του Δημοσίου σε βαθμό κακουργήματος, η ανώτατη ποινή είναι 15 χρόνια κάθειρξη. Αν όμως αναγνωριστούν ελαφρυντικά —όπως «πρότερος έντιμος βίος»— η ποινή μειώνεται στα 6 χρόνια. Με τον ευεργετικό υπολογισμό της εργασίας και την υπό όρο απόλυση, ο καταδικασμένος μπορεί να εξέλθει της φυλακής σε 3-4 χρόνια. Αυτή η πρακτική, αν και προβλέπεται από τον νόμο, αντιστρατεύεται τον βασικό σκοπό της ποινής: την αποτροπή της επανάληψης και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών στη Δικαιοσύνη.
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο θεσμικό, αλλά βαθιά πολιτισμικό. Σε μια κοινωνία όπου η παραβατικότητα αντιμετωπίζεται με ανοχή, η επιείκεια εκλαμβάνεται ως δικαίωμα και όχι ως εξαίρεση. Οι πολίτες βλέπουν τους ισχυρούς να διαφεύγουν και αισθάνονται ότι η τιμωρία υπάρχει μόνο για όσους δεν έχουν πλάτες.
Η προστασία του δημοσίου χρήματος και η υπονόμευσή της
Το κρίσιμο ερώτημα είναι πώς μπορεί η Πολιτεία να προστατεύσει το δημόσιο χρήμα, όταν οι ίδιες οι θεσμικές της δομές παρουσιάζουν ρωγμές. Οι απάτες επιστροφής ΦΠΑ, οι εικονικές συναλλαγές και οι «τρύπες» στην ΑΔΑΕ είναι απλώς συμπτώματα μιας βαθύτερης παθογένειας: της ατιμωρησίας. Όταν δημόσιοι υπάλληλοι συμμετέχουν ενεργά σε εγκληματικά δίκτυα, η διαφθορά αποκτά θεσμική κάλυψη.
Απαιτείται άμεση αναθεώρηση των μηχανισμών ελέγχου, αλλά και πολιτική βούληση για διαφάνεια. Οι ευθύνες των υπηρεσιακών παραγόντων πρέπει να εξετάζονται χωρίς καμία ανοχή. Η Πολιτεία οφείλει να κλείσει τις θεσμικές χαραμάδες που επιτρέπουν την απώλεια δημοσίων πόρων και να επαναφέρει το αίσθημα δικαιοσύνης. Εμπόδιο, ωστόσο, παραμένει ο υπερβολικά αυστηρός νόμος περί προστασίας προσωπικών δεδομένων, ο οποίος έχει μετατραπεί σε ασπίδα για τους ισχυρούς. Με την επίκλησή του, αποκρύπτονται ονόματα κατηγορουμένων, αποτρέπεται η δημοσιοποίηση στοιχείων και εξουδετερώνεται ο αποτρεπτικός ρόλος της δημόσιας διαπόμπευσης — στοιχείο κρίσιμο για τη γενική πρόληψη των εγκλημάτων.
Η αναγκαιότητα επανεξέτασης του νομικού πλαισίου είναι επιτακτική. Μέχρι την ψήφιση του νέου Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019), ο νόμος 1608/1950 «περί καταχραστών του Δημοσίου» αποτελούσε το αυστηρότερο όπλο κατά της διαφθοράς. Προέβλεπε ποινή ισόβιας κάθειρξης για κατάχρηση άνω των 120.000 ευρώ και είχε λειτουργήσει επί επτά δεκαετίες ως ουσιαστικό ανάχωμα στην καταλήστευση του δημοσίου χρήματος.
Η κατάργησή του, με αφορμή την υπερβολική ποινή που επιβλήθηκε σε μια καθαρίστρια του Δήμου Βόλου —η οποία είχε πλαστογραφήσει το απολυτήριο δημοτικού για να προσληφθεί—, υπήρξε δώρο για τους μεγάλους καταχραστές. Οι ίδιοι νομικοί κύκλοι που υπερασπίζονται τους ισχυρούς εκμεταλλεύτηκαν τη συγκεκριμένη υπόθεση για να παρουσιάσουν τον νόμο ως «αναχρονιστικό». Το αποτέλεσμα ήταν να καταργηθεί και να αντικατασταθεί από ηπιότερες διατάξεις. Έτσι, δεκάδες καταδικασθέντες για κακουργηματικές πράξεις διαφθοράς βρέθηκαν ελεύθεροι μετά από σύντομη έκτιση ποινών.
Σήμερα, οι καταχραστές του δημοσίου χρήματος αντιμετωπίζονται με βάση τον κοινό Ποινικό Κώδικα. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και για υπεξαίρεση εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, ο δράστης μπορεί να αποφυλακιστεί έπειτα από τρία ή τέσσερα χρόνια εγκλεισμού. Πρόκειται για μια κατάσταση που αποδυναμώνει κάθε έννοια δικαιοσύνης και υπονομεύει την αξιοπιστία του κράτους. Οι ποινές δεν λειτουργούν πλέον αποτρεπτικά· γίνονται ανεκτές, προβλέψιμες, σχεδόν “λογιστικά” διαχειρίσιμες για όσους γνωρίζουν πώς να χειριστούν το σύστημα.
Η αποκατάσταση του νόμου 1608/1950 —ή ενός σύγχρονου, αυστηρού ισοδύναμού του— είναι αναγκαία για να επανέλθει η ποινική ισορροπία. Δεν πρόκειται για εκδίκηση, αλλά για στοιχειώδη δικαιοσύνη απέναντι σε μια κοινωνία που πληρώνει το τίμημα της διαφθοράς με φόρους, ανεργία και κοινωνική ανασφάλεια. Όσο οι καταχραστές μπορούν να εξαγοράζουν ποινές, να επικαλούνται προσωπικά δεδομένα ή να επωφελούνται από παραγραφές, η Δημοκρατία παραμένει ευάλωτη.
Η εμπιστοσύνη των πολιτών στη Δικαιοσύνη δεν χτίζεται με δηλώσεις, αλλά με παραδείγματα. Και το πιο ηχηρό παράδειγμα θα ήταν να δουν, έστω μια φορά, έναν πραγματικά ισχυρό να καταδικάζεται χωρίς “ελαφρυντικά”.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ο ΠΑΡΛΑΠΙΠΑΣ δεν παίρνει θέση με πολιτική άποψη σε άρθρα που αναδημοσιεύονται από διαφορά ιστολόγια. Δημοσιεύονται όλα για την δίκη σας ενημέρωση.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.