Σάββατο 22 Απριλίου 2017

ΕΞΤΡΑ ΑΡΘΡΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΧΕΣΗ ΤΩΝ SPARROWS ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΖΗΛΩΤΩΝ ΣΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΤΑ ΕΤΗ 1342 1350

Ο Ιωάννης ΣΤ’ Καντακουζηνός (π.1292 – 15 Ιουνίου 1383) ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας και ιστορικός ο οποίος κάθισε στο θρόνο από το 1341 μέχρι την εκούσια
παραίτησή του το 1354. Τυπικά όμως, στέφθηκε αυτοκράτορας μόλις το 1347, ως συναυτοκράτορας του Ιωάννη Ε’, διότι κατά το διάστημα που μεσολάβησε από το θάνατο του Ανδρόνικου Γ’ μέχρι το 1347, δεν υπήρχε επίσημος εστεμμένος αυτοκράτορας, αφού ο τελευταίος αυτοκράτορας δεν είχε ορίσει διάδοχο (αν και ο ίδιος ο Καντακουζηνός ισχυρίστηκε ότι πριν πεθάνει ο Ανδρόνικος τον είχε ορίσει αντιβασιλέα του γιου του μέχρι να ενηλικιωθεί).
Τον Ιούνιο του 1341 πεθαίνει ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος, χωρίς να υπάρχει ενήλικος διάδοχος του θρόνου -ο γιός του είναι μόλις έντεκα ετών. Η απρονοησία του Ανδρόνικου Γ’ να ορίσει διάδοχο έφερε το κράτος σε ένα επικίνδυνο καθεστώς ακυβερνησίας.
Μόνος εγγυητής της ομαλότητας σε αυτό το χάος ήταν ο έντιμος και πιστός φίλος του θανόντος αυτοκράτορα, Ιωάννης Καντακουζηνός, ο οποίος είχε σταθεί στο πλευρό του αυτοκράτορα μέχρι το τέλος, και ο οποίος αρχικά προσπάθησε να εξασφαλίσει τα δικαιώματα του νεαρού Ιωάννη, στο τέλος όμως βρέθηκε αντιμέτωπος μαζί του. Όντας συχνά σε εκστρατείες, ήταν εύκολος στόχος των μηχανορραφιών της Κωνσταντινούπολης.
Ατύπως την αντιβασιλεία αναλαμβάνει ο ικανός και δραστήριος στρατηγός Ιωάννης Καντακουζηνός και την ίδια θέση εποφθαλμιούν ο Πατριάρχης Ιωάννης Καλέκας και ο γόνος άσημης οικογένειας αλλά ισχυρός άνδρας του καθεστώτος Αλέξιος Απόκαυκος.
Ο ανήλικος γιος του Ιωάννης Ε’ δεν είχε στεφθεί συναυτοκράτορας και έτσι δημιουργήθηκε σοβαρό πολιτικό πρόβλημα, το οποίο έσπευσαν να εκμεταλλευτούν διάφοροι παράγοντες της εξουσίας, όπως η Αυτοκράτειρα και χήρα του Ανδρόνικου Άννα της Σαβοΐας, ο φιλόδοξος Πατριάρχης Ιωάννης Καλέκας και ο στρατηγός (και υπεύθυνος για τα Οικονομικά) Αλέξιος Απόκαυκος.
Οι δυο τελευταίοι παίρνουν με το μέρος τους τη βασιλομήτορα Άννα και επιχειρούν να αποδυναμώσουν τον προστάτη της αριστοκρατίας Ι. Καντακουζηνό, ο οποίος βρίσκεται στην Αδριατική και αντιδρά αποφασιστικά ανακηρύσσοντας τον εαυτό του αυτοκράτορα στις 26 Οκτωβρίου 1341, επιβεβαιώνοντας το χάσμα μεταξύ του ιδίου και της νέας αντιβασιλείας, το οποίο κλιμακώθηκε αμέσως σε ένοπλη σύγκρουση.
Ο εμφύλιος πόλεμος ξεκίνησε το 1341, και στην διάρκειά του οι αντίπαλες πλευρές αναγκάστηκαν να συνάψουν συμμαχίες με εχθρούς του Βυζαντίου, όπως το Στέφανο Δουσάν της Σερβίας ο οποίος άλλαξε στρατόπεδα κατά τα ίδια συμφέροντα, αλλά ακόμα και τους ίδιους τους Τούρκους, τους οποίους έφεραν ως επιδιαιτητές οι ίδιοι οι Βυζαντινοί στην καθαρά εσωτερική αυτή υπόθεση.
Η δυναστική έριδα γύρω από το θρόνο γρήγορα εξελίσσεται σε εκτεταμένη εμφύλια κοινωνική σύγκρουση και επηρεάζει όλα σχεδόν τα αστικά κέντρα. Iδιαίτερο στοιχείο του δεύτερου εμφύλιου πολέμου αποτελεί το ότι μέσω αυτού εκφράστηκαν δύο αντίπαλες κοινωνικές ομάδες, η αριστοκρατία και ο λαός, προσδίδοντάς του έτσι κοινωνικό χαρακτήρα.
Από την αρχή του πολέμου τον Ιωάννη Καντακουζηνό υποστήριξε η αριστοκρατία, γεγονός που έσπευσε να εκμεταλλευτεί ο Αλέξιος Απόκαυκος και η αντιβασιλεία της Κωνσταντινούπολης. Οι αριστοκράτες στην Κωνσταντινούπολη, τη Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας συντάσσονται με την πλευρά του Καντακουζηνού, ενώ ο “δήμος”, οι αγρότες και τα πλήθη των φτωχών προλετάριων επιστρατεύονται από τους αντιπάλους του Καντακουζηνού υποστηρίζουν τη νόμιμη αυτοκρατορική διοίκηση.
Η ρήξη ανάμεσα στην αντιβασιλεία της Κωνσταντινουπόλεως και τον αρχηγό της αριστοκρατίας και των δυνατών φέρνει στο προσκήνιο εκρηκτικές κοινωνικές αντιθέσεις και ανισότητες, που αναστάτωναν συχνά την αυτοκρατορία, ιδίως στις περιόδους που αντιμετώπιζε εσωτερικά και εξωτερικά προβλήματα.
Η θέση των μικρών αγροτών στο Βυζάντιο γίνονταν ακόμη χειρότερη σε περιόδους πολέμων, δυσμενών κλιματολογικών συνθηκών και εξαιτίας της πίεσης των μεγαλογαιοκτημόνων και της βαριάς κρατικής φορολογίας. Οι χωρικοί μικροκαλλιεργητές που έχαναν τα κτήματά περνούσαν στην τάξη των δουλοπάροικων και δεν υπηρετούσαν στο βυζαντινό στρατό. Η «ευανδρούσα» και «πολυάνθρωπη» Θεσσαλονίκη την εποχή αυτή είχε περίπου 200.000 κατοίκους, χωρίς να υπολογίσουμε την ευρύτερη.
Οι εξεγέρσεις, οι στάσεις και οι κάθε είδους ταραχές ήταν συχνές στην βυζαντινή αυτοκρατορία και στην πόλη της Θες/νικης. Η μεγάλη κοινωνική ανισότητα, ο ακραίος πλούτος και η καταπίεση των πλειοψηφούντων στην πόλη φτωχών, ήταν η αιτία για πολλές εξεγέρσεις και στάσεις στην πόλη αυτή.
Στο ύστερο Βυζάντιο παρατηρείται μια σταδιακή μετακίνηση της εξουσίας από τον αυτοκράτορα προς τους μεγαλοφεουδάρχες, οι οποίοι συνδύαζαν την υποστήριξή τους προς τον αυτοκράτορα με αντάλλαγμα την παραχώρηση μεγάλων εκτάσεων κρατικής γης, πράγμα που άλλαξε ριζικά τις σχέσεις ιδιοκτησίας και εκμετάλλευσης της γης, οπότε και «ο οικονομικός δεσμός κράτους και χωρικών αντικαθίσταται από το δεσμό γαιοκτήμονα και χωρικών», με συνέπεια οι γαιοκτήμονες «να στερούν από τους φτωχούς ακόμα και τον Ήλιο».
Ο Απόκαυκος προσέγγισε τις λαϊκές δυνάμεις και εξασφάλισε τη συνδρομή τους σε μια περίοδο μάλιστα που οι κοινωνικές αντιθέσεις είχαν ενταθεί με την οικονομική κρίση που είχε ακολουθήσει τον πρώτο εμφύλιο πόλεμο. Ξεσήκωσε το λαό και σύντομα τον Οκτώβριο του 1341 στην Αδριανούπολη και σε άλλες πόλεις της Μακεδονίας και Θράκης σημειώθηκαν ταραχές εναντίον της τοπικής αριστοκρατίας. Το εξεγερμένο πλήθος κατέστρεψε και δήμευσε τις περιουσίες των αριστοκρατών και πήρε προσωρινά την εξουσία στα χέρια του.
Οι διοικητές των πόλεων τάχθηκαν υπέρ του Ιωάννη Ε’. Μόνο ο διοικητής της Θεσσαλονίκης Θεόδωρος Συναδηνός ήταν υπέρ του Καντακουζηνού. Προσφέρθηκε μάλιστα να του ανοίξει τις πύλες, αν εκείνος το ζητούσε. Ο Καντακουζηνός έσπευσε να εκμεταλλευτεί την περίσταση και βάδισε το Μάρτιο του 1342 προς τη Θεσσαλονίκη. Αλλά οι εξελίξεις τον πρόλαβαν, καθώς και στη δεύτερη πόλη της αυτοκρατορίας επικράτησαν επίσης οι επαναστάτες. Η κυριαρχία τους μάλιστα δεν ήταν προσωρινή.
Ένα από τα ελάχιστα κείμενα που εκφράζουν κάπως το ιδεολογικό κλίμα μέσα στο οποίο κινήθηκαν οι επαναστάτες είναι ο Διάλογος Πλουσίων και Πενήτων, γραμμένο το 1343 από τον Αλέξιο Μακρεμβολίτη, στον οποίο οι πένητες κατηγορούν τους πλούσιους ότι ιδιοποιούνται όλα τα κοινά πράγματα. Μεταξύ των άλλων, τους προσάπτουν, ότι, αν μπορούσαν, θα στερούσαν από τους φτωχούς κι αυτό ακόμα το φως του ήλιου. Στο κείμενο προβάλλεται και το αίτημα της κοινοκτημοσύνης της γης.
Παρά την μεγάλη άνθηση της πόλεως, ο πλούτος, όπως πάντα, ήταν συγκεντρωμένος σε λίγα χέρια. Οι πολλοί επένοντο. Οι κυβερνητικοί υπάλληλοι έκλεβαν, οι ευγενείς οργίαζαν, οι τοκογλύφοι έγδερναν στην κυριολεξία τον κοσμάκη, οι αισχροκερδείς με τα γνωστά τερτίπια τους αύξαναν τον πλούτο τους. Με την πάροδο του χρόνου όλο και περισσότεροι από τα λαϊκά στρώματα υπέφεραν από την πείνα και την ανέχεια.
Οι πηγές στις οποίες μπορεί να προσφύγει η ιστορική έρευνα όσον αφορά τα πολιτικά και τα εξίσου σημαντικά θρησκευτικά γεγονότα της περιόδου αυτής (Παλαμάς, Ησυχαστές) είναι πολλές, για την κοινωνική όμως πλευρά της σύγκρουσης η πληροφόρηση είναι ελλιπής και αυτό γιατί οι ηττημένοι, οι φτωχές λαϊκές τάξεις που υποστήριζαν την αντιβασιλεία (Ιωάννη Παλαιολόγο), δεν άφησαν καμιά δική τους μαρτυρία. Γνωρίζουμε όμως, ότι το 1341, μόλις αρχίζει η διαμάχη, οι αριστοκράτες εκδιώκονται από όλες τις πόλεις της Θράκης, οι οποίες έχουν ταχθεί με το μέρος της αντιβασιλείας, και λίγο αργότερα κι από τις πόλεις της Μακεδονίας.
Αν και ο Κατακουζηνός, αναφερόμενος στους αντιπάλους του υποστηρίζει ότι χρησιμοποίησαν τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού <<απόρους τινάς και λάλους… ετοίμως έχοντας υπό πενίας και των δεινοτάτων κατατολμάν>> και ότι οι αρχηγοί τους << ήταν των απορωτάτων και λωποδυτών και τοιχωρύχων >> η αλήθεια, τόσο για τη Θεσσαλονίκη όσο και για τις άλλες πόλεις, φαίνεται πως είναι διαφορετική.
Όλες οι πηγές μαρτυρούν ότι στις πόλεις στασίασε ο <<δήμος>>, δηλ. ο λαός, πολλές φορές μάλιστα οδηγούμενος κι από μέλη της αριστοκρατίας κα όχι τα εγκληματικά στοιχεία που αναφέρει ο Κατακουζηνός.
Ειδικά για τη Θεσσαλονίκη, γνωρίζουμε ότι πρωτεργάτες κάθε επαναστατικής πράξης ήταν οι Ζηλωτές, στοιχείο καινούριο και ξένο προς τις παραδοσιακές δομές της πόλης. Οι Ζηλωτές, οι οποίοι σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες είχαν αποστατήσει από την Εκκλησία ενώ, κατ΄ άλλους, χρησιμοποιούσαν ως σημαία τους τον σταυρό, σε συνεργασία με τους <<παραθαλάσσιους>> (ναύτες, μικρούς πλοιοκτήτες, εμπορευόμενους, βιοτέχνες) και αρχηγό έναν εκπρόσωπο της αριστοκρατίας, τον Ανδρέα Παλαιολόγο, ήταν οι πραγματικοί δημιουργοί της στάσεως.
Οι πρώτες αναφορές για Ζηλωτές μας οδηγούν στην Παλαιστίνη του 1ου αιώνα μ. Χ.. Με αυτό το όνομα καλούνται οι φανατικοί οπαδοί μιας πολιτικοθρησκευτικής ιουδαϊκής κίνησης με χαρακτηριστικά μεσσιανικά. Είναι ακόμη γνωστή η αναφορά της Καινής Διαθήκης ότι οι ηγέτες τους προσπάθησαν – χωρίς επιτυχία- να προσεταιριστούν τον Ιησού και να τον εντάξουν στο κόμμα τους.
Οι πιστοί Ζηλωτές της Καινής Διαθήκης εκπροσωπούν αυτό που ονομάστηκε εθνικοχριστιανικός μεσσιανισμός και δεν διέκρινε την κοσμική από την πνευματική εξουσία, κάτι που δεν άρεσε καθόλου στους Ρωμαίους αυτοκράτορες καθώς στρεφόταν ευθέως εναντίον τους. Η φράση των Ζηλωτών «ουδείς Κύριος ημών πλην Θεού» αμφισβητούσε ανοιχτά την πολιτική εξουσία επί της Γης.
Αντιθέτως, η επίσημη χριστιανική διδασκαλία και οι κοινότητες των πιστών είχαν οδηγηθεί σε ένα είδος συμβιβασμού με τη ρωμαϊκή εξουσία, απέρριπταν σαφώς τα βίαια πολιτικά μέσα και προέτρεπαν τους πιστούς να αποδίδουν «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ.» Αυτά θεωρητικώς, αφού ήταν πολλές οι περιπτώσεις στις οποίες εκατοντάδες ή και χιλιάδες μοναχοί εγκατέλειπαν τα κελιά τους και κατευθύνονταν απειλητικοί προς την Πόλη.
Όσο γνωρίζουμε, δεν υπάρχουν στοιχεία που να συνδέουν τους βιβλικούς Ζηλωτές με αυτούς που εμφανίστηκαν περίπου 10 αιώνες αργότερα, μπορούμε όμως να διακρίνουμε ορισμένα κοινά ιδεολογικά χαρακτηριστικά μεταξύ τους. Το πιο σημαντικό είναι η έννοια της κοινοκτημοσύνης, η ρητορική κατά της πλουτοκρατίας και η έμπρακτη εναντίωση στην κοσμική εξουσία. Στην περίπτωση των Ζηλωτών της Θεσσαλονίκης που μάς ενδιαφέρει εδώ η μεγάλη συμμετοχή λαϊκών φαίνεται να είναι καθοριστική για τη φυσιογνωμία και τις πρακτικές του κινήματος.
Το 12 αιώνα οι Ζηλωτές ζητούν να περιοριστούν οι επεμβάσεις του αυτοκράτορα στα εκκλησιαστικά ζητήματα, επιμένουν να αρνούνται κάθε συνεργασία με την κοσμική πολιτική εξουσία, τάσσονται στο πλευρό του εκθρονισθέντος πατριάρχη Αρσένιου και συμμετέχουν σε συνωμοσίες εναντίον αυτοκρατόρων όπως ο Ανδρόνικος ο Β’. Οι Αρσενιάτες, όπως ονομάστηκαν, δημιουργούν εκκλησιαστικό-πολιτικό κόμμα το οποίο λειτουργεί ανταγωνιστικά προς την επίσημη εκκλησία και την πολιτεία.
Στη Θεσσαλονίκη, στο μεγάλο αυτό λιμάνι με τον ανομοιογενή πληθυσμό, συνυπήρχε για αιώνες ο υπερβολικός πλούτος με την πιο αφόρητη αθλιότητα. Η πόλη πάντοτε κατείχε ξεχωριστή θέση στην αυτοκρατορία και ήταν ένας χώρος, όπου εμφανίζονταν κάθε είδους φιλελεύθερες διεκδικήσεις. Στο λιμάνι της είχε συγκεντρωθεί κάθε καρυδιάς καρύδι, μεταξύ των οποίων και σκληροτράχηλοι οπλοφορούντες ναυτικοί από τη Μάλτα και άλλες περιοχές. Διαμορφώνεται λοιπόν μια ισχυρή λαϊκή παράταξη με σταθερή οργάνωση με σχετικά ξεκαθαρισμένη πολιτική ιδεολογία.
Ο δεύτερος εμφύλιος πόλεμος γενικά (1341-54) εκτυλίχτηκε κυρίως στις πόλεις, όπως η Kωνσταντινούπολη, η Θεσσαλονίκη, η Aδριανούπολη, και οι Σέρρες. Eκεί όπου υπήρχε έντονη εμπορική δραστηριότητα κυριάρχησαν οι ναύτες, οι έμποροι και οι τραπεζίτες. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα για τις πιο βίαιες και ριζοσπαστικές αντιδράσεις (όπου οι Zηλωτές συνδεόταν με όλες αυτές τις συντεχνίες) αποτελεί η Θεσσαλονίκη, όπου πρωτοστάτησαν οι Zηλωτές.
Oι Zηλωτές αποτελούσαν ένα στρώμα που διέφερε από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Aναφέρονται μάλιστα στις πηγές ως στοιχείο ξένο και καινούργιο προς τις παραδοσιακές δομές της πόλης, που είχαν στενή σχέση με όσους ασχολούνταν με το ναυτικό. Πιθανότατα προέρχονταν από τις απομακρυσμένες περιοχές της αυτοκρατορίας και τα γειτονικά νησιά και είχαν βρει καταφύγιο στην Θεσσαλονίκη.
Σύμφωνα με τον Georg Ostrogorsky, “οι Ζηλωτές ήταν ο πυρήνας του λαϊκού κινήματος της Θεσσαλονίκης, μία ισχυρή λαϊκή παράταξη που είχε σχετικά ξεκάθαρη πολιτική ιδεολογία, είχε πρόγραμμα, ήταν ένα κόμμα. 0 πυρήνας τους ήταν η συντεχνία των ναυτικών και πρωτοπόροι αστοί και μέλη της αριστοκρατίας ακόμη, κατά πάσα πιθανότητα ξεπεσμένα, δεν είχαν να περιμένουν τίποτα από τις δύο αριστοκρατικές παρατάξεις, παρά επιθυμούσαν μία αλλαγή ριζική για βελτίωση της ζωής τους. Οι ναυτικοί, επιπλέον, «έχουσιν και ιδιάζουσαν αρχήν αυτοί παρά την της πόλεως.”
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της επανάστασης των Ζηλωτών, είναι ότι το αντι- αριστοκρατικό κίνημα δεν εκδηλώθηκε απλώς ως ένα έστω παρατεταμένο βίαιο ξέσπασμα της λαϊκής οργής ή του ταξικού μίσους, αλλά πέτυχε να καταλάβει την εξουσία και να αλλάξει το κυρίαρχο σύστημα εξουσίας. Αυτό το κριτήριο χρησιμοποιούμε εδώ και μιλάμε για επανάσταση και όχι εξέγερση ή ταραχές. Τι είδους καθεστώς όμως ίδρυσαν οι Ζηλωτές και με ποιον τρόπο κυβέρνησαν την πόλη για επτά ολόκληρα χρόνια αντιμέτωποι όχι μόνο με τη βυζαντινή αριστοκρατία αλλά και με τους Τούρκους και τους Σέρβους που έστρεψε ο Καντακουζηνός εναντίον τους.
Εδώ οι πηγές δεν είναι ιδιαιτέρως διαφωτιστικές. Όσο γνωρίζουμε δεν έχει σωθεί καμμιά πρωτογενής πηγή φιλικά προσκείμενη στους Ζηλωτές ούτε γραπτά των ίδιων. Οι πληροφορίες που έχουμε είναι από τους αντιπάλους τους. Όπως λ.χ. μας πληροφορεί ο Καντακουζηνός, ήδη από την αρχή του κινήματος οι Ζηλωτές είχαν ως έμβλημα και σημαία τους το σταυρό, διακηρύσσοντας ότι αυτός είναι ο στρατηγός τους.
«Εις τοσούτον δε απονοίας και τόλμης ήλθον», γράφει, «ώστε καίτοι τα δεινότατα τολμώντες, σταυρόν εκ των ιερών αδύτων αρπάζοντες, εχρώντο ώσπερ σημαία και υπό τούτω έλεγον στρατηγείσθαι». Στρεφόμενοι μάλιστα εναντίον όσων τους κατηγορούσαν για τις επαναστατικές αλλαγές που επέφεραν στην πόλη, τόνιζαν ότι η νέα Πολιτεία που εγκαθίδρυσαν στηρίζεται στην ισότητα, τη δικαιοσύνη και την ευσέβεια προς το Θεό και ότι φιλοδοξούσαν σύμφωνα με τους νέους νόμους που θέσπισαν η Πολιτεία αυτή να ξεπεράσει ακόμη και την Πολιτεία του Πλάτωνα.
Οι Ζηλωτές, όπως αυτοαποκαλούνταν, εγκαθίδρυσαν στη Θεσσαλονίκη ένα ιδιόμορφο και πρωτοφανές για τα δεδομένα της εποχής καθεστώς που προέβλεπε λαϊκή συμμετοχή στη διακυβέρνηση της πόλης και διήρκεσε εφτά χρόνια, ως το 1349 (οι Ζηλωτές περιγράφονται από τους συγγραφείς ως ξένοι και βάρβαροι-και μεταφορικά, αλλά κάποιοι και εθνικά-, και όχι γηγενείς κάτοικοι της πόλης, αλλά ως άτομα που ήρθαν ως πρόσφυγες από τα νησιά και άλλες γύρω περιοχές).
Η πολιτική, ωστόσο, μορφή του εμφυλίου πολέμου διαμορφώνεται αργότερα, το 1342, όταν οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης ξεσηκώνονται εναντίον, των Δυνατών και του κυβερνήτη της πόλης Θεόδωρου Συναδηνού, εμποδίζοντάς τους να παραδώσουν, όπως σχεδίαζαν, την πόλη στον Κατακουζηνό.
O λαός της Θεσσαλονίκης πήρε δυναμικά στα χέρια του την διοίκηση στο όνομα του νόμιμου αυτοκράτορα Iωάννη E’ Παλαιολόγου και ήρθε έτσι σε αντίθεση με τον Iωάννη Kαντακουζηνό που διεκδικούσε τη διοίκηση της πόλης και εξέφραζε την πολιτική των δυνατών, δηλαδή της αριστοκρατίας. Συχνά έφτασαν σε ακραίες ενέργειες. Φαίνεται ότι προχώρησαν ακόμη και σε δημεύσεις τις περιουσίας των αριστοκρατών και της Εκκλησίας στο όνομα του κοινού καλού, τις οποίες χρησιμοποίησαν για να διατηρήσουν στρατό και στόλο για την άμυνα της Θεσσαλονίκης (οι Ζηλωτές περιγράφονται από τους συγγραφείς ως ξένοι και βάρβαροι-και μεταφορικά, αλλά κάποιοι και εθνικά-, και όχι γηγενείς κάτοικοι της πόλης, αλλά ως άτομα που ήρθαν ως πρόσφυγες από τα νησιά και άλλες γύρω περιοχές).
Ουσιαστικά επρόκειτο για μια διαμάχη για την εξουσία, όπου οι δύο αντίπαλες ομάδες αντλούσαν τη δύναμή τους από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις. Ωστόσο, στο Bυζάντιο η αριστοκρατική τάξη ήταν ακόμη πολύ δυνατή, ενώ το αστικό στοιχείο σχετικά αδύναμο για να ανέλθει στην εξουσία. Έτσι, το αποτέλεσμα ήταν η οριστική καταστολή το 1350 του κινήματος των Zηλωτών αλλά κι η οριστική λήξη του εμφύλιου πολέμου το 1354.
Οι Zηλωτές όταν κατέλαβαν την εξουσία ανακήρυξαν την «Ανεξάρτητη Δημοκρατία της Θεσσαλονίκης», απαιτώντας την αυτονομία της και το δικαίωμα άσκησης ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής. Όταν ξεσπά η επανάσταση, μερικοί από τους πλούσιους θανατώνονται, ενώ κάποιοι άλλοι, για να σωθούν, καταφεύγουν στη στρατιά του Κατακουζηνού. Οι περιουσίες τους περιέρχονται στα χέρια των Ζηλωτών, οι οποίοι, σύμφωνα με τις πηγές, από φτωχοί έγιναν πλούσιοι. Εντούτοις είναι φυσικό να σκεφτεί κανείς ότι μεγάλο μέρος των χρημάτων αυτών θα πρέπει να δαπανήθηκαν για την άμυνα της πόλης και αργότερα για την αγορά τροφίμων, αφού κατά τη διάρκεια του πολέμου, η γη παρέμεινε ακαλλιέργητη.
Το κίνημα των Ζηλωτών διέφερε από τα άλλα κινήματα τα αγροτικά ή τα θρησκευτικά, από το γεγονός πως αυτό είχε κοσμοθεωρητικές απόψεις και πολιτικές θέσεις που δεν περιορίζονταν στην προσωρινή ανακούφιση των κολλήγων, αλλά ξεπερνούσαν τους θεσμούς και τις δομές του βυζαντινού φεουδαρχικού συστήματος. Ο θεολόγος καθηγητής του πανεπιστημίου Αθήνας, Γεώργιος Μεταλληνός, γράφει ότι το κίνημα των Ζηλωτών «ήταν καθαρά πολιτικοποιημένη παράταξη, με σαφή κοινωνικά κίνητρα και αιτήματα κατά των πλουσίων γαιοκτημόνων και υπέρ των πενομένων και καταπιεζομένων…
Είναι, πράγματι, σαφές, παρά τη σύγχυση των πηγών, ότι οι Ζηλωτές της Θεσσαλονίκης… συνδέονταν με τους ναυτικούς («παραθαλασσίους»), μια γνωστή συντεχνία… Η συνεργασία Ζηλωτών-ναυτών οφειλόταν προφανώς σε σύμπτωση συμφερόντων. Σε άλλες πόλεις στη συνεργασία αυτή συμμετείχαν και έμποροι…
Οι Ζηλωτές ταυτίσθηκαν με το λαό και εξέφραζαν τα αιτήματα των κατωτέρων κοινωνικών στρωμάτων, εν μέρει δε συνέπιπταν και με το στρατό» (σημαντικό μέρος των Ζηλωτών ήταν και μοναχοί, οι οποίοι όμως δεν ταυτιζόταν με την επίσημη Ορθόδοξη Εκκλησία, αφού δεν δέχοταν ως αρχιεπίσκοπο στην Θες/νικη τον ορθά χειροτονημένο και Άγιο της Ορθοδοξίας, Γρηγόριο Παλαμά. Παράλληλα έκαναν κατά κάποιον τόπο και διακομοδώμηση της τελετής του βαπτίσματος, αφού χρησιμοποιούσαν τελετές αναβαπτισμού για τους αιχμάλωτους αριστοκράτες, αν και στην αρχή της εξέγερσης τους χρησιμοποίησαν ως σήμα της εξέγερσης τους, έναν Σταυρό που πήραν πάνω από μία Αγία Τράπεζα).
Και συμπληρώνει πως «ο Λαός βρήκε την ευκαιρία να διαδηλώσει τα αντιαριστοκρατικά ή και αντιπλουτοκρατικά φρονήματά του λόγω της καταπιέσεως που υφίστατο και της οικονομικής του εξαθλιώσεως. Με τη στάση των Ζηλωτών συνδέθηκαν οραματισμοί για ριζική κοινωνική αλλαγή, οικονομική αναβάθμιση και κοινωνική αναδιάρθρωση.
Πρόκειται, όπως βεβαιώνουν τα πράγματα, για έκρηξη πρωτοχριστιανικής κοινοκτημοσύνης ή έστω κοινοχρησίας, εναντίον της αυξάνουσας κοινωνικής ανισότητας και αδικίας, λόγω της συγκεντρώσεως γης και πλούτου στα χέρια των ολίγων», για να καταλήξει: «Η στάση από τη Θεσσαλονίκη επεκτάθηκε και σε άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας ως την Τραπεζούντα. Αυτό σημαίνει, ότι το κοινωνικό κλίμα της Θεσσαλονίκης ήταν καθολικότερο φαινόμενο. Και αυτό επιβεβαιώνεται από πολλές μαρτυρίες. Η αντίδραση επικεντρωνόταν στο πρόσωπο του Ι. Καντακουζηνού και την αριστοκρατία».
Μερικές από τις βασικές πολιτικές απόψεις τους, όπως αυτές διατυπώνονται σε πολλές πηγές, για να κατανοήσουμε τον χαρακτήρα και τη σημασία αυτού του κινήματος των Ζηλωτών ήταν:
•Είχαν μια αντιαριστοκρατική και αντιπλουτοκρατική πολιτική αντίληψη.
• Διεκδικούσαν μεταρρυθμίσεις στην βυζαντινή αυτοκρατορία, στα πλαίσια των οποίων επεδίωκαν την πολιτική αυτονομία και την ανεξαρτησία τους απέναντι στην κεντρική εξουσία.
• Υπερασπίζονταν τους φτωχούς και τους κατατρεγμένους πρόσφυγες που έφταναν από κάθε γωνιά της αυτοκρατορίας μαζικά στη Θεσσαλονίκη για να γλυτώσουν από τις εμφυλιοπολεμικές συγκρούσεις και την πείνα.
• Επεξεργάστηκαν πολιτικό πρόγραμμα με συγκεκριμένες πολιτικές θεσμικών, οικονομικών και πολιτικών μεταρρυθμίσεων και
• Οργάνωσαν πολιτικό Λαϊκό Κόμμα.
Οι Ζηλωτές συγκέντρωσαν όλες τις εξουσίες στα χέρια τους, προχώρησαν στη συγκρότηση Επαναστατικής Επιτροπής και σε άμεση αναδιοργάνωση της Δημόσιας Διοίκησης, της Δικαιοσύνης, του στρατού και της εκκλησίας και ταυτόχρονα:
Κατάργησαν την παλιά νομοθεσία και το παλιό νομικό σύστημα και δημιούργησαν νέους διοικητικούς θεσμούς.
Κατάργησαν όλα τα προνόμια, το δικαίωμα της ατομικής ιδιοκτησίας και δήμευσαν τις περιουσίες και τον πλούτο των ευγενών.
Καθιέρωσαν την άμεση εκλογή από τον Λαό όλων των αξιωματούχων στα κυβερνητικά αξιώματα, στη Δικαιοσύνη, ακόμα και στα θρησκευτικά αξιώματα.
Δημοτικοποίησαν τον πλούτο της εκκλησίας και των μοναστηριών με το πρόσχημα ότι έψαχναν χρήματα για την άμυνα της πόλης.
Καθιέρωσαν καθεστώς ισονομίας και ισοπολιτείας, ώστε όλοι οι πολίτες να είναι ίσοι απέναντι στον νόμο.
Απελευθέρωσαν τους δουλοπάροικους.
Δημιούργησαν ένα πρωτοφανές για τα δεδομένα της εποχής καθεστώς που προέβλεπε την άμεση, διαρκή και ενεργητική λαϊκή συμμετοχή στη διακυβέρνηση της πόλης κατά τα πρότυπα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας.
Ανακήρυξαν επίτιμο Πρόεδρο της «Ανεξάρτητης Δημοκρατίας της Θεσσαλονίκης» τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο ο οποίος είχε ταχθεί με το μέρος των επαναστατών.
Η κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης αποδέχτηκε τις εξελίξεις, αναγνώρισε το κίνημα των Ζηλωτών και εγκατέστησε στη Θεσσαλονίκη ως διοικητή το γιο του Απόκαυκου Ιωάννη. Την πραγματική ωστόσο εξουσία στην πόλη ασκούσε ο αρχηγός του κόμματος των Ζηλωτών, Μιχαήλ Παλαιολόγος, πιθανώς συγγενής της δυναστείας.
Το 1343 ο Κατακουζηνός με στρατό και ο σύμμαχός του εμίρης Ουμούρ με στόλο πολιορκούν την πόλη, τα δε επόμενα χρόνια, 1344 και 1345, οι Ζηλωτές για να ανταπεξέλθουν αναγκάζονται να προχωρήσουν στη δήμευση των μεγάλων περιουσιών, τόσο των Δυνατών όσο και της Εκκλησίας.
Το 1346 ο κυβερνήτης της πόλεως Ιωάννης Απόκαυκος, δυσανασχετώντας επειδή την εξουσία την ασκούν πλέον οι Ζηλωτές (και επειδή είναι εναντίον των αριστοκρατών όπως είναι ο ίδιος), δολοφονεί έναν από τους αρχηγούς τους, τον Μιχαήλ Παλαιολόγο (και σχεδιάζοντας μετά τον θάνατο του πατέρα του να έρθει σε συννενόηση με τον Κατακουζηνό για να του παραδώσει την πόλη), και ο λαός, που έχει αρχίσει να κουράζεται, δεν επαναστατεί. Φυλακίζει ύστερα πολλούς ηγέτες των Ζηλωτών, οχυρώνεται με το στρατό του στην ακρόπολη, σχεδιάζοντας να παραδώσει την πόλη στον Ιωάννη Κατακουζηνό.
Δρώντας αστραπιαία, ο αρχηγός της συντεχνίας των ναυτών Ανδρέας Παλαιολόγος συναθροίζει τους ναύτες και όσους βρίσκει από τους Ζηλωτές και καλεί με σάλπιγγες το λαό να τον βοηθήσει.
Ο στρατός που βρίσκεται κλεσμένος στην ακρόπολη, αρνείται να χτυπήσει τους συμπολίτες του και οι Ζηλωτές, αφού πρώτα βάζουν φωτιά, παραβιάζουν τις πύλες της ακρόπολης και γκρεμίζουν από τα τείχη όσους από τους Δυνατούς κρύβονταν εκεί. Προχωρούν μετά και σε άλλες εκτελέσεις.
Αυτή είναι, ίσως, αν όχι η πιο αιματηρή, τουλάχιστον η ριζοσπαστικότερη πράξη του εμφυλίου πολέμου γιατί η πόλη χάνει πλέον το σύνολο της άρχουσας τάξης της και η εξουσία ασκείται μόνον από τα λαϊκά στρώματα. <<Δούλος μεν τον δεσπότην ώθει>> γράφει ο Κυδώνης, «τον δε πριάμενον το ανδράποδον, τον δε στρατηγόν ο αγροίκος, και τον στρατιώτην ο γεωργός».
Πληροφορίες για το τι ακριβώς διαδραματίζεται κατά τα έτη 1347-1349 δεν έχουμε, γεγονός πάντως είναι ότι η Θεσσαλονίκη δεν έχει επαφή τα χρόνια αυτά με την Κωνσταντινούπολη, όπου ο Κατακουζηνός έχει ήδη επικρατήσει, και η κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης είναι ανεξάρτητη από την κεντρική αυτοκρατορική εξουσία.
Το 1350 ο κυβερνήτης Αλέξιος Μετοχίτης καλεί σε βοήθεια τον Κατακουζηνό, κι ενώ ο λαός αρχικά, φαίνεται να συμφωνεί μαζί του και ξεσηκώνεται εναντίον των στασιαστών καίγοντας τα σπίτια των ναυτών και του αρχηγού τους Ανδρέα Παλαιολόγου, στην συνέχεια στρέφεται πάλι εναντίον των πλουσίων. Διατυπώνεται μάλιστα η ακραία άποψη ότι η πόλη θα έπρεπε ίσως να παραδοθεί στους Σέρβους αντί στον Κατακουζηνό.
Από την δυσαρέσκεια που δημιουργήθηκε από την παράλογη αυτή πρόταση, αλλά και τα οικονομικά προβλήματα που δημιουργήθηκαν, λόγω του έντονου αποκλεισμού της πόλης (οικονομικού ή μη), επωφελήθηκε ο διοικητής της πόλης Αλέξιος Μετοχίτης και οργάνωσε το 1349 ένα κίνημα, με το οποίο κατόρθωσε να ανατρέψει τους Ζηλωτές.
Στρατός υπό την ηγεσία του γιου του αυτοκράτορα Ματθαίου Κατακουζηνού θα πολιορκήσει και πάλι την πόλη που θα αλωθεί κατόπιν προδοσίας το φθινόπωρο του 1350.
Όσοι από τους Ζηλωτές δεν έχασαν η ζωή τους σε αυτήν τη μάχη, στάλθηκαν δέσμιοι στην Κωνσταντινούπολη, ενώ πολλοί εξορίστηκαν. Ο ηγέτης τους Ανδρέας Παλαιολόγος κατέφυγε στο Άγιο Όρος. Έτσι έληξε ο δεύτερος εμφύλιος πόλεμος, ωστόσο οι αιτίες που τον προκάλεσαν, η διαφθορά δηλαδή της κοινωνίας που ανεχόταν την εξαθλίωση των λαϊκών στρωμάτων και η ερήμωση της γης, συνακόλουθο της συγκέντρωσης της έγγειας ιδιοκτησίας στα χέρια των Δυνατών, εξακολουθούσαν δυστυχώς να υφίστανται.
Με τη μόνιμη μάλιστα εγκατάσταση των Τούρκων συμμάχων του Κατακουζηνού στην ευρωπαϊκή ακτή, καθώς και την κάθοδο των Σέρβων, οι οποίοι επίσης είχαν κληθεί να βοηθήσουν τη μια ή την άλλη παράταξη, το μέλλον της αυτοκρατορίας προοιωνιζόταν πλέον, όπως φάνηκε άλλωστε εκ των πραγμάτων, ιδιαίτερα σκοτεινό.
Οι εμφύλιες συγκρούσεις, όμως, έληξαν οριστικά μόνο όταν ο Κατακουζηνός παραιτήθηκε από το θρόνο το 1354, και εκάρη μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ, αφήνοντας μόνο ηγέτη το νεαρό Ιωάννη ΣΤ’ Παλαιολόγο. Παράλληλα, στους πολέμους αυτούς, οι αντίπαλοι ξόδεψαν κάθε ίχνος χρυσού που υπήρχε διαθέσιμο, με χαρακτηριστικό δείγμα την κατάθεση των αυτοκρατορικών κοσμημάτων σε βενετικό ενεχυροδανειστήριο από την Άννα της Σαβοίας έναντι ευτελούς ποσού (το 1347 ξέσπασε επίσης στην Κωνσταντινούπολη επιδημία πανούκλας, που οδήγησε στο θάνατο, κατά ορισμένες εκδοχές, έως και τα 8/9 του πληθυσμού της Βασιλεύουσας, ενώ τον ίδιο καιρό, σημειώθηκαν διαμάχες μεταξύ των Βενετών και Γενουατών, με πεδίο μάχης την ίδια την Κωνσταντινούπολη).
Είναι πιθανόν πως το «Sparrow movement» στο Game of Thrones, έχει πιθανώς εμπνευστεί από το κίνημα των Ζηλωτών. Και μπορεί να έχει και παρεμφερή κατάληξη, όπως αναλύεται παρακάτω (may what will happenafter Season Finale). Και οι Ζηλωτές και οι Sparrows ήταν πρόσφυγες από έναν καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο, μεταξύ των αριστοκρατών, αλλά και ξένων εισβολέων, (οι sparrows από τον «war of five kings» και οι Ζηλωτές από τον δεύτερο εμφύλιο του 1341-54 στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία).
Ο εμφύλιος και στις δύο περιπτώσεις ξεκίνησε με τον θάνατο ενός βασιλιά με ανήλικο διάδοχο, και την σύγκρουση που ακολούθησε ανάμεσα στον καλύτερο φίλο και δεξί του χέρι με την χήρα βασίλισσα για την αντιβασιλεία. Επίσης και δύο (Sparrows και Ζηλωτές) ήταν ξένοι και πρόσφυγες στην πόλη που πήραν τον έλεγχο τους (Kings Landing στα Sparrows και Θες/νικη στους Ζηλωτές), και δυο μισούσαν τους αριστοκράτες (και στο τέλος στράφηκαν βίαια εναντίον τους), ήταν υποστηρικτές των φτωχών, ήταν εναντίον της επίσημης Εκκλησίας και δεν αναγνώριζαν την επίσημη αρμοδιότητα της στην πόλη τους, και οι δύο πήραν την εξουσία με την βία και την βοήθεια μίας μοχθηρής βασίλισσας που ήθελε να πολεμήσει τους αριστοκράτες εχθρούς της (η Cersei τους Tyrells, η Άννα της Σαβοΐας τον Κατακουζηνό), κάποιοι από τους ηγέτες τους είχαν αριστοκρατική καταγωγή (Lancel στο Game ofThrones, Μιχαήλ και Ανδρέας Παλαιολόγος στους Ζηλωτές), ο πρώτος τους ηγέτης σκοτώθηκε με τον να παρασυρθεί σε ενέδρα από τον διοικητή της πόλης (όπως μπορεί πολύ πιθανόν να συμβεί με τον ηγέτη των SparrowsHigh Sparrow) και παρόλο που οι Ζηλωτές έφυγαν για λίγο από την εξουσία μετά από αυτό το συμβάν (όταν ο διοικητής Απόκαυκος), σύντομα επέστρεψαν.
Το 1346 ο κυβερνήτης της πόλεως Ιωάννης Απόκαυκος, σχεδίασε να έρθει σε συνεννόηση με τον Κατακουζηνό για να του παραδώσει την πόλη (για αυτό και δολοφόνησε τον ηγέτη των ζηλωτών, πιστεύοντας ότι με τον θάνατο του ο λαός και οι ζηλωτές χωρίς ηγεσία δεν θα μπορέσουν να του αντισταθούν), και ο λαός, επαναστάτησε, και όταν ο στρατός που βρισκόταν κλεισμένος στην ακρόπολη, αρνήθηκε να χτυπήσει τους συμπολίτες του, οι Ζηλωτές, αφού πρώτα έβαλαν φωτιά, παραβίασαν τις πύλες της ακρόπολης και γκρέμισαν από τα τείχη όσους από τους Δυνατούς κρύβονταν εκεί και μετά προχώρησαν και σε άλλες εκτελέσεις, δημεύοντας τις περιούσιες των πλουσίων.
Μετά εξέλεξαν νέους ηγέτες (με προεξάρχοντα τον Ανδρέα Παλαιολόγο) και κατέλαβαν την πόλη. Όταν έληξε ο εμφύλιος πόλεμος, οι Ζηλωτές δεν δέχθηκαν την διοίκηση του Κατακουζηνού. Τελικά το καθεστώς κατέρρευσε από οικονομικά προβλήματα, την υπερβολική καταπίεση, και τον οικονομικό αποκλεισμό τους από την πρωτεύουσα, και κυρίως όταν προσπάθησαν να δώσουν την πόλη σε ξένους. Στρατός υπό την ηγεσία του γιου του αυτοκράτορα θα πολιορκήσει και πάλι την πόλη που θα αλωθεί κατόπιν προδοσίας το φθινόπωρο του 1350, ενώ όσοι από τους Ζηλωτές δεν έχασαν η ζωή τους σε αυτήν την μάχη, στάλθηκαν δέσμιοι στην Κωνσταντινούπολη, ενώ πολλοί εξορίστηκαν. Ο ηγέτης τους Ανδρέας Παλαιολόγος κατέφυγε στο Άγιο Όρος.
Και στο Show φημολογείται πως στο τέλος της έκτης Season, ο High Sparrow και πολλοί οπαδοί του θα πεθάνουν (μαζί με τους Tyrells, τον Tommen, τον Kevan, τον Pycelle αλλά και άλλους πολίτες και ίσως και ένα μεγάλο μέρος της πόλης λόγω χρήσης wildfire). Θα είναι άραγε αυτό το κρίσιμο σημείο καμπής, λόγω του οποίου θα ξεκινήσει μία επανάσταση καυτά της Cersei και του καθεστώτος της (και ένας εμφύλιος όπως προείδε ο Kevan, ίσως από τους εξαγριωμένους ανθρώπους της πόλης και τους επιζώντες Sparrows), όπως συνέβη όταν δολοφονήθηκε ο πρώτος ηγέτης των Ζηλωτών στην Θες/νικη, η οποία θα ρίξει την Cersei από την εξουσία, κάνοντας την να το σκάσει από την πόλη ή να πεθάνει;
Και ίσως αυτή η κατάσταση να έχει σαν αποτέλεσμα την εκλογή ενός νέου (δεύτερου) ηγέτη, πιθανώς από τον κοινό λαό (ή και αριστοκρατικής καταγωγής), όπως έγινε με την δεύτερη εξέγερση των Ζηλωτών στην Θες/νικη (ας πούμε π.χ. του Gendry?), μέχρι ένας νέος ηγέτης να έρθει να καταλάβει την πόλη (πιθανώς η Νταινέρυς). Ακόμα η Olenna Tyrell είπε στην Cersei ότι δεν έχει καθόλου φίλους, ή συμμάχους στην πόλη και στην αριστοκρατία ή στον λαό, ακόμα και η οικογένεια της την εγκατέλειψε, και έτσι στο τέλος θα χάσει, ακόμα και εάν σκοτώσει πολλούς εχθρούς της. Είναι άραγε πιθανόν τα γεγονότα στην σειρά να ακολουθήσουν αυτή την πορεία;
Άγνωστο (αλλά και πολύ πιθανόν), αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμα και στην εποχή μας (όπως π.χ. Ουίλντερς σε Ολλανδία, Λεπέν σε Γαλλία, Φαράτζ-Μπόρις Τζόνσον σε Αγγλία, Στράσε σε Αυστρία, Γκρίλλο και Ματέο Σαλβίνι στην Ιταλία, Μπερντ Λούκε, Φράουκε Πίτρι, Λουτς Μπάχμαν σε Γερμανία, Τραμπ σε ΗΠΑ), αλλά και στην διάρκεια των αιώνων πολλές ιδεολογίες και κινήματα με παρεμφερείς ιδέες και ηγέτες εμφανίστηκαν, ισχυριζόμενα πως δρουν εν ονόματι του λαού, αλλά στο τέλος κατέληξαν σε τυραννίες που δρούσαν μόνο για τα προσωπικά τους συμφέροντα, ενώ στους λαούς τους έφεραν στο τέλος μόνο αίμα, δάκρυα, ιδρώτα, μαζί με ατέλειωτο πόνο, καταπίεση και καταστροφή.

TRIKLOPODIA

Δεν υπάρχουν σχόλια:

.

.

Δημοφιλείς αναρτήσεις