Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2015

Η τρίτη ‘διάσωση’ ζητά εκλογική νομιμοποίηση.

Η τρίτη ‘διάσωση’ ζητά εκλογική νομιμοποίηση. 
Του Γ. ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ

Εντός, εκτός και επί τα αυτά η λιτότητα.


Η προσπάθεια που ξεκίνησε τον Ιανουάριο σαν ανένδοτος αγώνας για την ανάκτηση της εθνικής δημοσιονομικής κυριαρχίας και την οικονομική ανόρθωση της χώρας, που πλήγωσε βαρειά η πεντάχρονη πολιτική της λιτότητας, κατέληξε σε ένα νέο μνημόνιο. Ο Α. Τσίπρας κατέστησε σαφές πως επιθυμεί να θέσει στήν κρίση του ελληνικού λαού, τα αποτελέσματα της προσπάθειάς του να επαναδιαπραγματευθεί το μνημόνιο. 
Αμέσως μετά, ο Π. Σκουρλέτης δήλωσε πως ο Σύριζα θα εφαρμόσει ‘παράλληλο πρόγραμμα’ ανακούφισης των επώδυνων μέτρων του μνημονίου. Ο προεκλογικός αγώνας είχε ξεκινήσει. Γιατί όμως το τρίτο μνημόνιο που ψηφίστηκε με 223 ψήφους στη Βουλή, χρειάζεται εκλογική νομιμοποίηση; Ας δούμε τα γεγονότα.




Το τρίτο πρόγραμμα ‘διάσωσης’, δηλαδή εξυπηρέτησης των δανειακών υποχρεώσεων, θα ολοκληρώσει αυτό που ξεκίνησε πριν από πέντε χρόνια. Η συμφωνία περιλαμβάνει μέτρα και μεταρρυθμίσεις που θα προσαρμόσουν την ελληνική οικονομία και την παραγωγή οικονομικού πλεονάσματος στις απαιτήσεις των δανειστών, προκειμένου να εξασφαλισθεί η αποπληρωμή τουχρέους.
 Ειναι γεγονός ότι το χρέος, δεν έγινε αποδεκτό ως αντικείμενο διαπραγμάτευσης στις επίσημες συνομιλίες, αλλά όπως και το 2012 παραπέμφθηκε προς εξέταση μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης που προγραμματίζεται για τον Οκτώβριο. 
Αυτή η αξιολόγηση θα καθορίσει και την νέα ανάλυση της ‘βιωσιμότητας’ του χρέους, που θα προσδιορίσει τους όρους που θα επιτρέψουν την συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Ενα πρόγραμμα που, όσον αφορά τα οικονομικά του στοιχεία, εξακολουθεί να είναι αδιέξοδο, αφου ειναι υφεσιακό, δηλαδή αντι-αναπτυξιακό.

Επομένως, προκύπτουν τα εξής προφανή και σημαντικά ερωτήματα:

Είναι δυνατή η ‘δημοκρατική νομιμοποίηση’ της αλλαγής στόχων στην οποία εξαναγκάστηκε η κυβέρνηση του Α. Τσίπρα ;

Είναι δυνατή η εξεύρεση ισοδύναμων μέτρων που να αντισταθμίζουν τις επιπτώσεις του νέου μνημονίου ;

Και είναι δυνατή τελικά η παραγωγική ανασυγκρότηση και η απεμπλοκή από το μνημόνιο μετά την υιοθέτησή του;


Οσον αφορά το πρώτο ερώτημα, καθοριστικό ρόλο παίζει το πρόταγμα με το οποίο ο Συριζα διεκδικεί την νέα εκλογή του. Ο Α. Τσίπρας δηλώνει πως θα εφαρμόσει το πρόγραμμα, επιδιώκει όμως αντιστάθμισή του.

 Δεν θα θεωρήσει επομένως την υπερψήφιση του στις εκλογές, ως απόδειξη λαικής στήριξης στην αλλαγή πολιτικής της κυβέρνησής του. Δεν θα ισχυρισθεί δηλαδή πως οι ψηφοφόροι του Συριζα στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου επιθυμούν την συνέχιση της πολιτικής λιτότητας.

 Διότι, παρά το γεγονός ότι ικανή πλειοψηφία των Ελλήνων εξακολουθεί να φοβάται το Grexit, το 62% του όχι του δημοψηφίσματος, καταγράφηκε παρά τις απειλές των δανειστών. Δεν φαίνεται δηλαδή οτι μια επιτυχία του Συριζα στις εκλογές ισοδυναμεί με αποδοχή του μνημονίου. Μάλλον θα σημαίνει επικράτηση της λογικής του ‘μη χείρον βέλτιστον’ σε σχέση με την ΝΔ.

Ομως η επιλογή του Α. Τσίπρα να ‘κοιτάξει μπροστά’ και να δώσει έμφαση στην αντιπαράθεση με την ΝΔ του κ. Μειμαράκη, αφήνει στο πλάι την πραγματικότητα συνέχισης της αδιέξοδης λιτότητας και στρέφεται στο ποιός θα εφαρμόσει το μνημόνιο με μεγαλύτερη κοινωνική ευαισθησία. Το θέμα δεν είναι ανευ σημασίας και δεν αφήνει αδιάφορους τους πολίτες. Eίναι όμως εφικτή μια τέτοια διαφοροποίηση κατά την εφαρμογή του τρίτου μνημονίου;

Αυτό μας φέρνει στο δεύτερο ερώτημα. Ο χρονικός καταμερισμός των δόσεων και η χρήση τους (αποπληρωμή τοκοχρεωλυσίων, ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών) προδίδει οτι οι δανειστές επιδιώκουν εμπροσθοβαρή υιοθέτηση επώδυνων μέτρων και μεταρρυθμίσεων, γεγονός που μεταφέρει την κορύφωση του δράματος προς τα τέλη του 2015.

Τότε θα φανεί αν η αδυναμία εξεύρεσης ανώδυνων ισοδυνάμων, θα θέσει σε πλήρη αμφιβολία την δυνατότητα κοινωνικής ανοχής των μέτρων που θα πρέπει να επιβληθούν για την δημιουργία των όρων συμμετοχής του ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Η επιλογή ανάμεσα σε bail in και bail out σχετικά με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ίσως αποτελέσει τότε το νέo εκβιαστικό δίλημμα.

Σε κάθε περίπτωση, μετά πέντε χρόνια μείωσης της παραγωγής, της κατανάλωσης και περικοπής των δαπανών του δημοσίου, μόνη ελπίδα εξεύρεσης ισοδυνάμων είναι η σύλληψη της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής.

 Ομως, όπως δηλώνει ο Ε. Τσακαλώτος, οι δανειστές, κατα τις διαπραγματεύσεις για την συμφωνία, δεν αποδέχτηκαν τέτοια μέτρα ως ισοδύναμα με άμεσο και βέβαιο εισπρακτικό αποτέλεσμα, αντί της μείωσης συντάξεων η αύξηση του ΦΠΑ. Δεδομένου ότι τα μέτρα του μνημονίου είναι υφεσιακά και ανατροφοδοτούν την δημιουργία χρηματοδοτικού κενού, είναι σίγουρη η δυσκολία εξεύρεσης κοινωνικά ‘ανώδυνων’ ισοδυνάμων.

Τέλος, η εμπειρία της ΔΗΜΑΡ, η οποία επιχειρούσε το ανέφικτο, δηλαδή την ‘απαγκίστρωση΄ από το μνημόνιο που εφάρμοζε, μας παρέχει μια πρώτη ένδειξη για τις δυνατότητες απεμπλοκής από την συμφωνία. Η εφαρμογή της, θα δημιουργήσει νέα θύματα στον κόσμο των μικρών επιχειρήσεων, των μικρών παραγωγών, των μικρών εμπόρων και των αυτοαπασχολουμένων, διογκώνοντας την ανεργία. Και αν ακόμη το χαμήλωμα των μισθών επιτρέψει την δημιουργία χαμηλά αμειβόμενων, προσωρινών η ασταθών θέσεων εργασίας, η ελληνική οικονομία κινδυνεύει να μετασχηματιστεί σε ‘αναπτυσσόμενη’.

Η συγκεκριμενοποίηση των πιθανών ‘ισοδυνάμων’ μέτρων είναι βαρύνουσας σημασίας. Όπως και η τεκμηρίωση του ισχυρισμού ότι το μνημόνιο μπορεί να ενταχθεί σε ευρύτερο αναπτυξιακό πρόγραμμα, όπως διατείνονται και τα δύο μεγαλύτερα κόμματα. Είναι εντελώς αβάσιμος ένας τέτοιος ισχυρισμός, δεδομένου ότι το μνημόνιο καθορίζει δεσμευτικά και υπό επιτήρηση, όλες τις παραμέτρους της οικονομικής πολιτικής και του προυπολογισμού.


Είναι ανησυχητικό επομένως, πως δεν συζητείται και δεν φωτίζεται η ουσία των ‘διαρθρωτικών αλλαγών’ που θα κληθεί να εφαρμόσει η νέα κυβέρνηση, καθώς αυτές αφορούν την διάρθρωση των αγορών προιόντων και υπηρεσιών. 

Η πεντάχρονη εφαρμογή των μνημονίων, προσφέρει πλήθος παραδειγμάτων αποδιάρθρωσης της παραγωγής και του τομέα των υπηρεσιών. Ειναι χαρακτηριστικό ότι οι δανειστές έχουν επανειλημμένα δηλώσει, πως θα εξετάσουν το θέμα του χρέους, αφού εφαρμοσθούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Είναι λοιπόν προς το συμφέρον της χώρας, λόγω της σοβαρότητας της κατάστασης, να υπάρξει μια τέτοια συζήτηση.

 Γιατί το πρόσημο των μεταρρυθμίσεων θα αποτελέσει καθοριστκό παράγοντα για την βιωσιμότητα του παραγωγιού ιστού της ελληνικής οικονομίας. Και αυτό είναι το πραγματικό διακύβευμα που θα καθορίσει και την θέση της χώρας τόσο στην ευρώπη, όσο και στον κόσμο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

.

.

Δημοφιλείς αναρτήσεις