Το φθινόπωρο του 2023, δύο χειριστές ανιχνευτών μετάλλων, ο Gert-Jan Messelaar και ο Reinier Koelink, έφεραν στο φως μία εντυπωσιακή συλλογή από ρωμαϊκά και βρετανικά νομίσματα, χρυσά και αργυρά. Η ανακάλυψη έγινε τυχαία και οι ειδικοί τα συνδέουν με την εισβολή των Ρωμαίων στην Βρετανία.
Τα νομίσματα βρέθηκαν στην ολλανδική κοινότητα Bunnik. Πρόκειται για έναν από τους μεγαλύτερους θησαυρούς ρωμαϊκών αρχαιοτήτων που έχουν ανακαλυφθεί ποτέ στην επαρχία της Ουτρέχτης και τον πρώτο θησαυρό που περιέχει και ρωμαϊκά και βρετανικά νομίσματα και ανακαλύπτεται στην ηπειρωτική Ευρώπη.
Η ανακάλυψη κοινοποιήθηκε στο κέντρο αρχαιολογίας Landschap Erfgoed Utrecht, οδηγώντας την υπηρεσία πολιτιστικής κληρονομίας της Ολλανδίας (RCE), να εξαπολύσει μία μεγάλου βεληνεκούς έρευνα. Τα νομίσματα, επαληθεύτηκε πως είχαν θαφτεί γύρω στο 47 μ.Χ., δηλαδή λίγο μετά την κατάκτηση της Βρετανίας από τους Ρωμαίους.

Η συλλογή απαρτίζεται από 288 αργυρά δηνάρια, τα οποία χρονολογούνται μεταξύ του 200 π.Χ. και του 47 μ.Χ. 72 χρυσά ρωμαϊκά νομίσματα, από το 19 π.Χ. έως το 46 μ.Χ., και 44 Βρετανικούς, χρυσούς στατήρες, οι οποίοι κόπηκαν μεταξύ του 5 και του 43 μ.Χ.
Οι στατήρες γράφουν στα λατινικά “CVNO[BELINVS],” παραπέμποντας στον Cunobelinus, έναν σημαντικό κυβερνήτη της προ – ρωμαϊκής Βρετανίας. Πιθανόν, κάποιοι από τους στατήρες να είχαν κοπεί από τους διαδόχους του, Togodumnus και Caratacus, μετά τον θάνατό του.
Η παρουσία των νομισμάτων αυτών, έχει εγείρει έντονες εικασίες ότι σχετίζονται με την εισβολή των Ρωμαίων στην Βρετανία, υπό τον αυτοκράτορα Κλαύδιο. Τα βρετανικά νομίσματα μάλλον αποτελούν λάφυρα πολέμου, ενώ τα ρωμαϊκά νομίσματα, πιθανόν να χρησιμοποιούνταν για τους μισθούς των Ρωμαίων στρατιωτών.
Οι υποθέσεις για την προέλευση της συλλογής
Αξίζει να σημειωθεί ότι, τα δύο χρυσά ρωμαϊκά νομίσματα, έχουν κοπεί το 47 μ.Χ. Είναι σε άριστη κατάσταση και δεν φέρουν σημάδια κυκλοφορίας. Άρα, ήταν τμήμα μίας νεόκοπης συλλογής νομισμάτων. Αυτό ενισχύει την ιδέα πως η συλλογή ανήκε σε κάποιον Ρωμαίο στρατιώτη που επέστρεφε από τη Βρετανία.
Από τη στιγμή που ανακαλύφθηκαν μεγάλες ποσότητες χρυσού, προέκυψε η υπόθεση πως, ο ιδιοκτήτης ήταν πιθανώς ένας εκατόνταρχος ή κάποιος υψηλόβαθμος αξιωματούχος και όχι ένας απλώς στρατιώτης. Εκείνη την εποχή ο μισθός ενός εκατόνταρχου ήταν 3.375 δηνάρια τον χρόνο, κάτι που καθιστά τη συλλογή, ένα αξιόλογο ποσό.
Το Bunnik, μαζί με το βόρειο σύνορο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Lower Germanic Limes), ήταν πράγματι, μια σημαντική, στρατηγική τοποθεσία του πρώτου αιώνα. Αν και δεν υπήρχαν μεγάλοι οικισμοί όπως το οχυρό Trajectum (Utrecht) ή το Ulpia Noviomagus (Nijmegen), στην περιοχή έστεκε ένας ρωμαϊκός πύργος παρατήρησης.

Το περιβάλλον όπου ήταν θαμμένα τα νομίσματα, μαρτυρά πως, η περιοχή αρχικά ήταν βαλτότοπος, όπου ήταν αδύνατη η οικοδόμηση κτιρίων ή η καλλιέργεια της γης. Έτσι, ενδέχεται τα νομίσματα να είχαν ταφεί σκόπιμα, για φύλαξη ή ως ένδειξη ευγνωμοσύνης προς του θεούς, για την ασφαλή επιστροφή από την μάχη.
Τα νομίσματα εξετάστηκαν από τον αρχαιολόγο Anton Cruysheer προτού καταγραφούν στη βάση δεδομένων των κινητών αρχαιοτήτων της Ολλανδίας (PAN). Στη συνέχεια, καθαρίστηκαν από ειδικούς στο εργαστήριο αποκατάστασης Restaura στο Heerlen.
Από τα 404 νομίσματα που ανακαλύφθηκαν, τα 381 αποκτήθηκαν από το εθνικό μουσείο αρχαιοτήτων στο Leiden και τώρα εκτίθενται ως μέρος της έκθεσης με τίτλο: «Η Ολλανδία στη Ρωμαϊκή Εποχή».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου