Σάββατο 7 Ιουνίου 2025

ΕΡΩΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ - Το πουτ@νάκι της διπλανής πόρτας (+18)


 Κεφάλαιο 1: Η Γνωριμία

Ο Αντώνης έμενε στον ίδιο όροφο με τη Λένα. Ήταν γείτονες για χρόνια, αλλά ποτέ δεν είχαν μιλήσει περισσότερο από ένα τυπικό “καλημέρα” ή “καλό απόγευμα” στο ασανσέρ.

Εκείνος, ένας τριανταπεντάρης με σταθερή δουλειά, ήρεμος και διακριτικός. Εκείνη, μια εικοσιεπτάχρονη γυναίκα γεμάτη ζωή, με έντονο βλέμμα και ένα χαμόγελο που μαγνήτιζε.

Ένα απόγευμα, καθώς έβγαινε από το διαμέρισμά του, τη συνάντησε στην είσοδο. Φορούσε ένα απλό τζιν και ένα λευκό τοπ, όμως ήταν αρκετό για να τον κάνει να κοντοσταθεί.

— “Γειά σου, Αντώνη.” Η φωνή της ήταν γλυκιά, γεμάτη αυτοπεποίθηση.

— “Γεια σου, Λένα.” Απάντησε με ένα αμήχανο χαμόγελο.

Εκείνο το απόγευμα, η κουβέντα τους κράτησε περισσότερο από το αναμενόμενο. Του μίλησε για τη δουλειά της, τα όνειρά της, ακόμα και για τη μοναξιά που ένιωθε μερικές φορές. Ήταν ένας απροσδόκητα όμορφος διάλογος.


Κεφάλαιο 2: Οι Σιωπηλές Ματιές

Από εκείνη τη μέρα, κάθε συνάντησή τους είχε κάτι διαφορετικό. Ένα βλέμμα που κρατούσε λίγο παραπάνω, ένα χαμόγελο με περισσότερο νόημα.

Μια νύχτα, καθισμένος στο μπαλκόνι του, την είδε στην απέναντι βεράντα. Ήταν μόνη της, με ένα ποτήρι κρασί στο χέρι. Οι ματιές τους συναντήθηκαν. Εκείνη του χαμογέλασε, και εκείνος δεν μπόρεσε να αντισταθεί.

— “Θέλεις παρέα;” ρώτησε διστακτικά.

— “Έλα.” Του έκανε νόημα να περάσει από το διπλανό διαμέρισμα.


Κεφάλαιο 3: Μια Βραδιά Γεμάτη Ένταση

Το σαλόνι της ήταν μικρό, αλλά ζεστό. Μουσική ακουγόταν απαλά στο βάθος. Εκείνη του έδωσε ένα ποτήρι κρασί και κάθισαν στον καναπέ. Η συζήτηση συνέχισε, αυτή τη φορά πιο προσωπική.

— “Πάντα σε έβλεπα, ξέρεις.” είπε η Λένα, αγγίζοντας απαλά το ποτήρι της.

— “Κι εγώ.” Ο Αντώνης την κοιτούσε χωρίς να κρύβει πλέον την έλξη του.

Το δωμάτιο γέμισε από μια σιωπή γεμάτη νόημα. Κανείς δεν βιάστηκε να κάνει την πρώτη κίνηση, αλλά η ένταση ήταν εκεί, ηλεκτρισμένη στον αέρα.


Κεφάλαιο 4: Το Πρώτο Αγγιγμα

Καθώς η νύχτα προχωρούσε, η Λένα σηκώθηκε και έβαλε άλλη μια γουλιά κρασί. Όταν γύρισε προς το μέρος του, η απόσταση μεταξύ τους φάνηκε πιο μικρή από ποτέ.

Ο Αντώνης άγγιξε απαλά το χέρι της. Εκείνη δεν απομακρύνθηκε. Αντίθετα, ένιωσε τη ζεστασιά του να την τυλίγει.

— “Αυτό που νιώθουμε… είναι αληθινό;” ρώτησε εκείνος με έναν ψίθυρο.

— “Πιο αληθινό από όσο νομίζεις.” απάντησε η Λένα.

Τα βλέμματά τους κλείδωσαν. Ο χρόνος φάνηκε να σταματά.


Κεφάλαιο 5: Η Υπόσχεση

Δεν βιάστηκαν. Δεν ήταν μια ιστορία βιαστικής έλξης, αλλά κάτι που γεννιόταν σιγά-σιγά. Εκείνο το βράδυ, έμειναν μαζί, μιλώντας, χαμογελώντας, νιώθοντας ο ένας τον άλλον χωρίς υπερβολές.

Η Λένα δεν ήταν το “πουτανάκι της διπλανής πόρτας” όπως κάποιοι θα την αποκαλούσαν επιπόλαια. Ήταν μια γυναίκα που ήξερε τι ήθελε, που μπορούσε να νιώσει και να αγαπήσει βαθιά.

Και ο Αντώνης το ήξερε πλέον.

Το επόμενο πρωί, καθώς έφευγε από το διαμέρισμά της, γύρισε να την κοιτάξει.

— “Θα σε δω αργότερα;”

— “Δεν θα σου το επέτρεπα να μην το κάνεις.” απάντησε γελώντας.


Ήταν μόνο η αρχή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

.

.

Δημοφιλείς αναρτήσεις