Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2025

Η ακρίβεια έρχεται από τα Χωράφια και τα Μαντριά, όχι από διεθνείς κρίσεις ή συγκυρίες

 


Ακρίβεια: Τις τελευταίες ημέρες η Ελλάδα βίωσε μια πρωτοφανή καταστροφή ζωικού κεφαλαίου. Μεγάλο μέρος των κοπαδιών οδηγήθηκε στη σφαγή στο όνομα της αντιμετώπισης μιας ζωονόσου, η οποία ούτε άγνωστη ήταν ούτε σπάνια. Το ίδιο φαινόμενο εμφανίστηκε και σε γειτονικές χώρες. Εκεί όμως τα ζώα εμβολιάστηκαν έγκαιρα και διασώθηκαν. Στην Ελλάδα έμειναν ανεμβολίαστα και στη συνέχεια θανατώθηκαν.

Οι επιπτώσεις αυτής της επιλογής έχουν ήδη αρχίσει να αποτυπώνονται στην αγορά. Οι τιμές του κρέατος ανεβαίνουν στα σούπερ μάρκετ και το πραγματικό κόστος δεν έχει ακόμη φανεί. Σε τρεις ή έξι μήνες, όταν η έλλειψη θα διαχυθεί σε όλη την αλυσίδα παραγωγής, η πίεση στα νοικοκυριά θα είναι σαφώς μεγαλύτερη. Κι όμως, αυτή η διάσταση απουσιάζει από τον δημόσιο λόγο, σαν να πρόκειται για μια αναπόφευκτη απώλεια και όχι για αποτέλεσμα συγκεκριμένων κυβερνητικών χειρισμών.

Την ίδια στιγμή, ο Πρωθυπουργός επιλέγει να απαντά στην κριτική με απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς. Μίλησε για «γεροντάκια του καναπέ», υπονοώντας όσους ασκούν κριτική χωρίς, κατά την άποψή του, να καταθέτουν εναλλακτικές προτάσεις. Η αιχμή στράφηκε κυρίως προς πρώην πρωθυπουργούς και ιστορικά στελέχη της παράταξής του, τους οποίους θεωρεί υπεύθυνους για τη φθορά της κυβέρνησής του. Το πρόβλημα, ωστόσο, δεν είναι ο χαρακτηρισμός καθαυτός, αλλά η αδυναμία ανάγνωσης της πολιτικής πραγματικότητας.

Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δεν αφήνουν περιθώρια αυταπατών. Η Νέα Δημοκρατία συνεχίζει να υποχωρεί. Η MRB την καταγράφει στο 22,6% στην πρόθεση ψήφου και η Metron Analysis στο 21%, με απώλειες της τάξης του 1,5% μέσα σε λίγες εβδομάδες. Η πτώση δεν είναι συγκυριακή. Είναι σταθερή και επαναλαμβανόμενη.

Λίγους μήνες πριν από τις ευρωεκλογές του 2024, το κυβερνών κόμμα κινούνταν στο 29% έως 30,5% στην πρόθεση ψήφου και στο 32% έως 35% στην εκτίμηση ψήφου. Στις κάλπες έλαβε 28%, χαμηλότερα ακόμη και από την πρόθεση ψήφου. Σήμερα βρίσκεται περίπου επτά μονάδες χαμηλότερα και συνεχίζει να χάνει έδαφος.

Αυτό σημαίνει ότι όσοι απομακρύνθηκαν από τη Νέα Δημοκρατία την περίοδο 2023-2024 δεν επέστρεψαν. Αντιθέτως, νέες απώλειες προστίθενται. Και το φαινόμενο δεν περιορίζεται στο κυβερνών κόμμα. Το ΠΑΣΟΚ μετά βίας διατηρεί ποσοστά λίγο πάνω από το 10%, ο ΣΥΡΙΖΑ κινείται κοντά στο 6% και απειλείται εκ νέου με διάσπαση, ενώ συζητείται ήδη η δημιουργία νέου πολιτικού σχηματισμού. Παράλληλα, η λεγόμενη γκρίζα ζώνη των αναποφάσιστων, απέχοντων και αποστασιοποιημένων πολιτών ξεπερνά το 20%.

Το πιο ανησυχητικό στοιχείο είναι ότι πάνω από το 60% των πολιτών δηλώνει πως επιθυμεί νέα κόμματα. Πρόκειται για ένδειξη βαθιάς κρίσης νομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος και όχι για απλή κυβερνητική φθορά. Τέτοιου είδους κρίσεις δεν αντιμετωπίζονται με επικοινωνιακούς χειρισμούς ούτε με αναζήτηση εσωτερικών ή εξωτερικών ενόχων.

Στο Μέγαρο Μαξίμου αναζητούν υπευθύνους αλλού. Άλλοτε στους πρώην πρωθυπουργούς, άλλοτε στους επικριτές που υποτίθεται ότι μιλούν από την ασφάλεια του καναπέ τους. Όμως η φθορά δεν ξεκίνησε από αυτούς. Προήλθε από τις ίδιες τις κυβερνητικές επιλογές.

Την περασμένη άνοιξη η κυβέρνηση ανέμενε ανάκαμψη μόλις θα καταλάγιαζε η κοινωνική οργή για τα Τέμπη. Αυτό δεν συνέβη. Στη συνέχεια πόνταρε στη ΔΕΘ και στις εξαγγελίες για φορολογικές διορθώσεις. Ούτε τότε άλλαξε το κλίμα. Οι ελαφρύνσεις ήταν περιορισμένες, καθυστερημένες και ανεπαρκείς απέναντι στη διαρκή διάβρωση των εισοδημάτων από τον πληθωρισμό. Την ίδια ώρα, ο υψηλός ΦΠΑ και οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης συνέχισαν να επιβαρύνουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε άλλες χώρες της ευρωζώνης.

Ακολούθησε μια πρόσκαιρη ανάσα με την ανακοίνωση ενεργειακών συμφωνιών και την ανάδειξη της Αλεξανδρούπολης ως κόμβου LNG. Ήταν μια μερική διόρθωση προηγούμενων επιλογών, όταν η κυβέρνηση δήλωνε ότι δεν ενδιαφέρεται για υδρογονάνθρακες στο όνομα της πράσινης μετάβασης. Η θετική επίδραση αποδείχθηκε περιορισμένη και σύντομα εξανεμίστηκε.

Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, οι αγροτικές κινητοποιήσεις και η εικόνα θεσμικής απαξίωσης στις εξεταστικές επιτροπές της Βουλής επανέφεραν τη φθορά με μεγαλύτερη ένταση. Σήμερα η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται χαμηλότερα από πριν τις ευρωεκλογές, παρά τα αλλεπάλληλα πολιτικά ορόσημα που υποτίθεται ότι θα ανέκοπταν την πτώση της.

Όλα αυτά εκτυλίσσονται ενώ το 2025 ξεκίνησε με μαζική κοινωνική κατακραυγή για τα Τέμπη και εξελίσσεται σε χρονιά έντονων αγροτικών κινητοποιήσεων, με την κοινωνία να στέκεται καθαρά στο πλευρό των αγροτών. Παρ’ όλα αυτά, η κυβερνητική απάντηση περιορίζεται σε χαρακτηρισμούς και μετακύλιση ευθυνών.

Το πρόβλημα είναι βαθύτερο και αφορά τις πολιτικές προτεραιότητες. Η κυβέρνηση δείχνει να επενδύει πολιτικό κεφάλαιο σε ζητήματα περιορισμένης κοινωνικής εμβέλειας, την ώρα που αγνοεί δομικές κρίσεις. Νομοθετεί για λίγες εκατοντάδες περιπτώσεις, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες νέοι αδυνατούν να συγκροτήσουν οικογένεια. Παρακολουθεί αδρανής τη δημογραφική κατάρρευση, με τις γεννήσεις μειωμένες δραματικά μέσα σε λίγα χρόνια. Προπληρώνει εξωτερικά δάνεια, αλλά αφήνει απλήρωτες εσωτερικές υποχρεώσεις που στεγνώνουν τη ρευστότητα της πραγματικής οικονομίας.

Όσο υπήρχαν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, η οικονομία κινήθηκε με εξωτερική ώθηση. Το Ταμείο όμως ολοκληρώνεται και η έλλειψη εσωτερικής ρευστότητας γίνεται πλέον κρίσιμη. Αντί για μείωση έμμεσων φόρων ώστε να συγκρατηθεί η ακρίβεια, επιλέγονται αποσπασματικά επιδόματα. Αντί για συνεκτική ενεργειακή στρατηγική, η χώρα διατηρεί από τις υψηλότερες τιμές ενέργειας στην Ευρώπη.

Στην εξωτερική πολιτική, οι πανηγυρισμοί για ήρεμα νερά συνυπάρχουν με την παγίωση του τουρκικού αναθεωρητισμού και τη μετατόπιση ισορροπιών στην ευρύτερη περιοχή. Και όταν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί μιλούν για θεσμική σήψη και η Βουλή εκτίθεται, η ευθύνη δεν μπορεί να μετακυλίεται στους επικριτές.

Μια κυβέρνηση έξι ετών δεν δικαιούται να επικαλείται παθογένειες του παρελθόντος. Κρίνεται για τις δικές της επιλογές, τις καθυστερήσεις και τις αντιφάσεις της. Το πολιτικό αποτέλεσμα είναι ορατό και μετρήσιμο. Κανείς δεν επιστρέφει.

Τελικά, δεν φταίνε τα ζώα που χάθηκαν ούτε οι πολίτες που διαμαρτύρονται. Η ευθύνη ανήκει σε εκείνον που όφειλε να προβλέψει, να προστατεύσει και να διορθώσει. Όταν αυτό δεν συμβαίνει, η κρίση δεν είναι επικοινωνιακή. Είναι βαθιά πολιτική.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

.

.

Δημοφιλείς αναρτήσεις