Η διαρροή από το Μέγαρο Μαξίμου σχετικά με τον επικείμενο ανασχηματισμό, όπως αποτυπώθηκε σε εφημερίδα που φέρει και φιλική προς την κυβέρνηση στάση, είχε ένα ιδιαίτερα πρωτοφανές χαρακτηριστικό: με τον τίτλο «Στο σπίτι του… όποιος πει “όχι”», η εφημερίδα μετέφερε, και μάλιστα στην πρώτη σελίδα, το μήνυμα που φέρεται να έστειλε το Μαξίμου στους υπουργούς που δεν υπακούν στις κυβερνητικές αποφάσεις. Στον υπότιτλο διευκρινίζεται ότι «ο πρωθυπουργός δεν θα δεχτεί αρνήσεις από κυβερνητικά στελέχη που θα απορρίψουν τις αποφάσεις του».
Για εκείνους που ίσως δεν κατανοούν πλήρως το νόημα αυτής της δήλωσης, το εσωτερικό κείμενο της εφημερίδας διευκρινίζει περαιτέρω: «Ενώ το Μαξίμου προσπαθεί να μεταδώσει πειστικά μηνύματα προς την κοινή γνώμη και ενόσω έχει δημιουργηθεί ένα κλίμα πόλωσης και ρήξης μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, το βασικό μήνυμα που απευθύνεται τώρα στους κυβερνητικούς αξιωματούχους είναι ότι δεν θα γίνονται ανεκτά τα “όχι” που προέρχονται από το εσωτερικό της κυβέρνησης. Αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε άρνηση, όχι απλά σε πρώιμες συζητήσεις, αλλά στις τελικές αποφάσεις του πρωθυπουργού, θα έχει ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση των υπουργών από τα καθήκοντά τους».
Αυτή η διαρροή ήρθε να επιβεβαιώσει δημοσίευμα που είχε προηγηθεί στην «κυριακάτικη δημοκρατία», το οποίο ανέφερε ότι υπήρξαν «ανταρσίες» υπουργών που αρνήθηκαν να μετακινηθούν σε άλλα υπουργεία. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τις πληροφορίες της εφημερίδας, ο υπουργός Παιδείας Κυριάκος Πιερρακάκης, αν και πολύ δημοφιλής στην κυβέρνηση, αρνήθηκε πρόταση του πρωθυπουργού να αναλάβει το υπουργείο Μεταφορών και Υποδομών, με αποτέλεσμα ο Κυριάκος Μητσοτάκης να αναζητήσει άλλες λύσεις, με επικρατέστερη εκείνη του υφυπουργού Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Κώστα Κυρανάκη.
Αξιοσημείωτο είναι ότι το χθεσινό ρεπορτάζ της εφημερίδας «Νέα» δεν καθορίζει ποιοι «απείθαρχοι» υπουργοί αποτελούν στόχο του μηνύματος από το Μαξίμου. Για το θέμα αυτό, το άρθρο περιορίζεται σε μία σύντομη αναφορά, λέγοντας ότι «για το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, έχουν γίνει προκαταρκτικές σκέψεις και επαφές με αρκετά στελέχη, μεταξύ των οποίων και ο Κυριάκος Πιερρακάκης».
Δεν απαιτείται ιδιαίτερη σκέψη για να αντιληφθεί κανείς την δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει ο Κυριάκος Μητσοτάκης σχετικά με τις αλλαγές στην κυβέρνηση. Αυτό ίσως θα μπορούσε να θεωρηθεί αναμενόμενο, αν σκεφτούμε τη συνολική πτώση της πολιτικής του επιρροής. Ωστόσο, το πραγματικά καινοφανές είναι το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός αναγκάζεται να διεξάγει έναν δημόσιο διάλογο μέσω διαρροών και δημοσιευμάτων, απειλώντας τους υπουργούς του ότι εάν δεν πειθαρχήσουν, θα βρεθούν εκτός κυβερνητικών θέσεων. Αυτό δεν έχει ξανασυμβεί ποτέ στις σχέσεις ενός πρωθυπουργού με τα μέλη του υπουργικού του συμβουλίου. Εκτός κι αν αυτή η νέα προσέγγιση αποτελεί μέρος των μεθόδων που υιοθετεί το λεγόμενο «επιτελικό κράτος».
Η μόνη λογική εξήγηση για αυτήν την κατάσταση είναι ότι ο πρωθυπουργός έχει αντιμετωπίσει τόσες πολλές αρνήσεις, και από τόσο πολλούς διαφορετικούς τομείς, που έχει χάσει τον έλεγχο. Φαίνεται πως δεν τον υπολογίζει σχεδόν κανείς πια, και με την ψυχραιμία του να έχει προ πολλού διαρραγεί, επιβεβαιώνει με αυτόν τον τρόπο ότι «ο βασιλιάς είναι… γυμνός».
Το αερόστατο του πρωθυπουργού
Ο κ. Μητσοτάκης στην πρόταση δυσπιστίας χωρίς αναφορές για την τραγωδία των Τεμπών βιάστηκε να κλείσει το θέμα στην ομιλία του για να πάει παρακάτω. Φυγή προς τα εμπρός, μακριά από τη «συμμαχία των μηδενιστών» όπως ανέφερε στην ομιλία του. Θύμισε τον ήρωα του Ιουλίου Βερν, δόκτορα Σάμουελ Φέργκιουσον που διέτασσε τον υπηρέτη του Τζο να αδειάσει τα σακιά με την άμμο ώστε το αερόστατο να σηκωθεί και να πετάξει.
Άδειασε την υπόθεση των Τεμπών ως σακί από άμμο. Ποια απονομιμοποίηση της κυβέρνησης; Ποιος κόσμος που πλημμύρισε τους δρόμους; Όλα αυτά είναι ανύπαρκτα. Θα μας πει: «Όλη αυτή η συζήτηση για την απονομιμοποίηση γίνεται κουραστική. Ο κόσμος ψήφισε τη Νέα Δημοκρατία και μέχρι τις επόμενες εκλογές η κυβέρνηση θα έχει την κυβερνητική πλειοψηφία που οι πολίτες της έδωσαν και θα συνεχίσει να κάνει τη δουλειά της».
Όλο αυτό το βουητό που μέρες τώρα ακούγεται παντού και διεκδικεί την αλήθεια και τη δικαιοσύνη τι να είναι άραγε; Τίποτε περισσότερο από ένα ενοχλητικό θόρυβο. Ο κ. πρωθυπουργός τα ακούει ως παρείσακτα ψιθυρίσματα, μουρμουρητά κάποιων ενοχλητικών που επιμένουν να ναυαγούν στην αντιλογία. Είπε με χλευασμό ως υπέρτατος δικαιοκράτης όπως ο Λουδοβίκος ΙΔ. «Ήρθε το ΠΑΣΟΚ με κάποια αριστερά κόμματα, απόρροια της διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς δεν είχατε τους 50 βουλευτές. Δεν χρειαζόταν να καταθέσετε πρόταση δυσπιστίας αλλά το γεγονός ότι το κάνατε δικαιώνει την τοποθέτησή μου ότι είστε μία συμμαχία του μηδενισμού και των ελλείψεων. Για τον ΣΥΡΙΖΑ και τα υπόλοιπα κόμματα δεν περίμενα κάτι άλλο, αλλά εσείς κ. Ανδρουλάκη, το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να εμφανίζεται άμοιρο ευθυνών για τα καλά και τα κακά των τελευταίων 50 ετών. Μου κάνει εντύπωση που έρχεστε και νομιμοποιείτε τα fake news και τον κ. Βελόπουλο, τον πνευματικό πατέρα όσων ειπώθηκαν σήμερα».
Και παρακάτω χωρίς να κρατύνεται στο μέτρο της πολιτικής αντιπαράθεσης, γιατί ως συνήθως σταθμεύει στη τέχνη της επιταχυνόμενης κίνησης των αφορισμών και της κιτρινολογίας θα πει: «Έχω υποχρέωση να αναδείξω ποιο είναι το ΠΑΣΟΚ σήμερα. Έχετε ένα σκοπό: Να φύγει αυτή η κυβέρνηση. Και να ρθει ποιος; Με τι πρόγραμμα; Για την εξωτερική πολιτική, για την παιδεία, για την υγεία; Νομίζετε πως εκφράζετε την φωνή της κοινωνίας αλλά είστε ο αντίλαλος της δικιάς σας ανεπάρκειας.»
Η κινδυνολογία κάνει υπερωρίες στη ρητορική του πρωθυπουργού και των υπουργών της κυβέρνησης. Πολιτικός λεκτικός «ετεροφοβισμός», όπου όλα όσα εκφράζονται από τους πολιτικούς αντιπάλους παίρνουν μια μορφή του τρόμου εκτός από εκείνα που διατυπώνονται από τον πρωθυπουργό. Έτσι μας καλεί να δείξουμε πίστη χωρίς προσκομιδή αποδείξεων στην απορροή μιας μοναδικής αλήθειας που εκφράζεται αποκλειστικά από εκείνον. Το έχουμε καταλάβει ο πρωθυπουργός είναι κερωμένος (αδιάβροχος).
Όμως η τραγωδία των Τεμπών στέκεται εκεί, δε δέχεται προπαιδευμένα ψέματα, ανεπίδεκτες αφηγηματολογίες και πολιτικές παρετυμολογίες. Η οργή των συγγενών και των πολιτών δεν μπορεί να γίνει κατανόηση, η ρηματική ενέργεια του συγχωρώ δεν μπορεί να βρει έδαφος αν δε λάμψει η αλήθεια. Παραφράζοντας τον Μίλαν Κούντερα θα λέγαμε ότι δεν είμαστε έτοιμοι να συγχωρέσουμε εκ των προτέρων ότι όλα μπορούν να γίνουν επιτρεπτά και μάλιστα με κυνισμό.
Πίσω από τις φωνές ότι η κυβέρνηση πήρε ψήφο εμπιστοσύνης από τους βουλευτές της, έρχεται στη μνήμη μας εκείνο που έγραφε ο Εμμανουήλ Ροΐδης: « Ο εξερχόμενος της πολιτικής ομοιάζει με οψάριον εκτός ύδατος».
Η ελληνική εξωτερική πολιτική βρίσκεται σε μια βαθειά κρίση, η οποία δεν οφείλεται μόνο στις επιλογές του Υπουργού Εξωτερικών, αλλά κυρίως στις στρατηγικές που έχει ακολουθήσει η ελληνική κυβέρνηση. Οι λανθασμένες αυτές επιλογές έχουν οδηγήσει την Ελλάδα στο σημείο να είναι αντιπαθής και στις δύο μεγάλες υπερδυνάμεις, τις ΗΠΑ και τη Ρωσία.
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Antony Blinken, διαμήνυσε στην Ελλάδα ότι πολλές από τις υποσχέσεις που είχαν δοθεί, ιδιαίτερα σε σχέση με τα εξοπλιστικά προγράμματα, δεν πρόκειται να τηρηθούν. Ιδιαίτερα για το F-35, το νέο πολεμικό αεροσκάφος 5ης γενιάς, οι ΗΠΑ φαίνεται να το έχουν απαξιώσει.
Η νέα κυβέρνηση Trump έχει εντάξει την ελληνική κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στις μη φιλικές κυβερνήσεις. Αυτό οφείλεται στη στάση του Μητσοτάκη, ο οποίος, αντί να διατηρεί ίση απόσταση από Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους, προέβη σε απαξιωτικά σχόλια κατά του Trump, γεγονός που υπονόμευσε τις σχέσεις των δύο χωρών.
Η προσπάθεια για μια τυπική συνάντηση με τους Αμερικανούς ήταν, τελικά, άκαρπη. Η συνάντηση αυτή δεν είχε ουσιαστικά αποτελέσματα και υπήρξε περισσότερο συμβολική, χωρίς την Ελλάδα να κερδίσει τίποτα από αυτήν.
Οι σχέσεις με τη Ρωσία, επίσης, βρίσκονται στο χαμηλότερο σημείο που έχουν βρεθεί ποτέ. Αντί να διατηρήσει μια πιο ουδέτερη και ειρηνική στάση στην Ουκρανία, η Ελλάδα επέλεξε να στηρίξει στρατιωτικά τον πόλεμο, γεγονός που την τοποθέτησε σε έναν στρατόπεδο αποτυχημένων πολιτικών. Η απόφαση αυτή να στηριχθεί ο Ζελένσκι αντί να επικεντρωθεί στην ειρηνική επίλυση του ζητήματος, ήταν μία στρατηγική που δεν απέδωσε και δεν ευνόησε τα ελληνικά συμφέροντα.
Η Ελλάδα, μάλιστα, απουσίασε από την έκτακτη σύνοδο κορυφής στο Λονδίνο για την Ουκρανία και τις εξελίξεις γύρω από τον Trump. Η δικαιολογία ότι η σύνοδος ήταν «άτυπη» φανερώνει την απομόνωση της χώρας στην διεθνή σκηνή, αφού στις επίσημες συναντήσεις η Ελλάδα θα έπρεπε να συμμετέχει θεσμικά.
Οι σχέσεις με την Τουρκία επίσης συνεχώς επιδεινώνονται. Οι τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο είναι συνεχείς, ενώ το Τουρκολιβυκό μνημόνιο ακυρώνει σημαντικές ελληνικές δραστηριότητες νότια της Κρήτης. Παράλληλα, οι ΗΠΑ φαίνεται να είναι πιο κοντά στην Τουρκία από ό,τι στην Ελλάδα, κάτι που ενισχύει την αίσθηση απομόνωσης για την χώρα μας.
Τέλος, η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας απέτυχε και στη Συρία. Η χώρα μας έσπευσε να υποστηρίξει τρομοκράτες και πρώην μέλη του ISIS, φωτογραφιζόμενη με ένα καθεστώς που κατέλαβε την εξουσία με τη βία. Σήμερα, η Συρία αντιμετωπίζει έναν διωγμό της Ορθόδοξης Εκκλησίας και των Αλαουιτών, γεγονός που δείχνει την αποτυχία της ελληνικής πολιτικής στην περιοχή.
Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας δεν έχει καταγράψει κανένα θετικό αποτέλεσμα. Οι στρατηγικές επιλογές της κυβέρνησης την έχουν οδηγήσει στην απομόνωση, ενώ η χώρα βρίσκεται στο στρατόπεδο των αποτυχημένων που στηρίζουν την Ουκρανία, χωρίς ουσιαστικά να κερδίζει τίποτα. Αυτός ο δρόμος φαίνεται πως θα έχει σοβαρές συνέπειες για τη χώρα στο μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου