Η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φαίνεται να σχεδιάζει ταυτόχρονες κινήσεις σε δύο κρίσεις γεωστρατηγικά μέτωπα: το συριακό έδαφος και το Αιγαίο.
Σύμφωνα με πληροφορίες από τουρκικά μέσα ενημέρωσης και αναλυτές με πρόσβαση σε στρατιωτικές πηγές, η Άγκυρα βρίσκεται σε πλήρη ετοιμότητα για εισβολή στη βόρεια Συρία, μόλις οι αμερικανικές δυνάμεις αποχώρησαν από την περιοχή. Η παρουσία της βορειοανατολικής Συρίας αποτελεί μέχρι στιγμής ανασταλτικό παράγοντα για την ευρεία κλίμακα της τουρκικής κυβέρνησης των ΗΠΑ, ωστόσο η τουρκική κυβέρνηση θεωρεί ότι το χρονικό παράθυρο για στρατιωτική δράση πλησιάζει.Ο Ερντογάν έχει εδώ και καιρό εκφράζει την πρόθεσή του να «καθαρίσει» τη ζώνη των τουρκοσυριακών συνόρων από τις κουρδικές πολιτοφυλακές, τις θεωρεί παρακλάδι του PKK και απειλεί για την εθνική ασφάλεια της Τουρκίας. Η στρατιωτική προετοιμασία προετοιμάζεται μεθοδικά, με συσσώρευση δυνάμεων και εξοπλισμό κοντά στα σύνορα. Παράλληλα, εντείνονται οι διπλωματικές κινήσεις της Άγκυρας προς τη Ρωσία και τον Ιράν, που διατηρούν ενεργό ρόλο στη Συρία, ώστε να εξασφαλιστεί έστω και σιωπηρή συνεισφορά σε μια νέα εισβολή. Η αποχώρηση των Αμερικανών, προτείνεται, δημιουργεί ευνοϊκό έδαφος για τουρκική προέλαση και έλεγχο μιας ουδέτερης ζώνης που η Τουρκία φιλοδοξεί να εποικίσει με Σύρους πρόσφυγες.
Ταυτόχρονα, η Άγκυρα εντείνει τις προκλήσεις στο Αιγαίο, υιοθετώντας όλο και πιο επιθετική ρητορική και επιχειρησιακή στάση έναντι της Ελλάδας. Υπερπτήσεις πάνω από κατοικημένα ελληνικά νησιά, διαρκείς παραβιάσεις του FIR, αμφισβητήσεις της ελληνικής κυριαρχίας και η προβολή του δόγματος Αθηνών της “Γαλάζιας Πατρίδας” συγκροτούν μια επικίνδυνη πολιτική πίεση. Η τουρκική ηγεσία επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τη διεθνή αστάθεια και την ευρωπαϊκή απορρόφηση σε άλλα μέτωπα για να διαμορφώσει τετελεσμένα σε βάρος της Ελλάδας. Η κλιμάκωση στο Αιγαίο λειτουργεί παράλληλα με τα σχέδια στη Συρία, με τον Ερντογάν να είναι έτοιμος να παίξει σε δύο ταμπλό, χρησιμοποιώντας μέσα ως εργαλείο εξωτερικής πολιτικής και εσωτερικής συσπείρωσης.
Ο χρονισμός δεν είναι τυχαίος. Οι τουρκικές εκλογές του 2028 είναι μεν μακριά, αλλά η πίεση στο εσωτερικό λόγω οικονομικών προβλημάτων και κοινωνικής δυσαρέσκειας παραμένει ισχυρή. Ο Ερντογάν επιδιώκει νέες επιτυχίες που θα επιτρέψει να εδραιώσει την εικόνα του ισχυρού ηγέτη που υπερασπίζεται τα εθνικά συμφέροντα και τις καθορίζει στην περιοχή. Με τη διεθνή κοινότητα να παρακολουθεί αποσπασμένη, η Τουρκία φαίνεται αποφασισμένη να κινηθεί αποφασιστικά, θεωρώντας ότι ο συσχετισμός δυνάμεων είναι προσωρινά ευνοϊκός.
Οι κινήσεις της Άγκυρας θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από την ταχύτητα και τον τρόπο αποχώρησης των αμερικανικών στρατευμάτων από τη Συρία, αλλά και από την αντίδραση της Ελλάδας και της Δύσης στις συνεχιζόμενες προκλήσεις στο Αιγαίο. Σε κάθε περίπτωση, η τουρκική στρατηγική δείχνει πως οι επόμενοι μήνες ενδέχεται να είναι εξαιρετικά κρίσιμοι για την ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.
Οι έμπειροι παίκτες του τζόγου λένε πως τα μεγάλα κρύβουν πάντα μεγάλο ρίσκο – και αυτή η ρήση ταιριάζει απόλυτα στη στρατηγική που ακολουθεί η Τουρκία. Η Άγκυρα βλέπει την αποστασιοποίηση των Ηνωμένων Πολιτειών από τη Συρία και γενικά από την Ανατολική Μεσόγειο ως ευκαιρία που δύσκολα θα ξαναπαρουσιαστεί και ετοιμάζεται να την εκμεταλλευτεί στο έπακρο. Η τουρκική ηγεσία έχει πλέον διαπιστώσει από πρώτο χέρι ότι ο Ντόναλντ Τραμπ δεν ενδιαφέρεται ουσιαστικά για τη διατήρηση της ισχυρής αμερικανικής παρουσίας στην περιοχή της Συρίας και του Ιράκ, εστιάζοντας σε μια εξωτερική πολιτική που βασίζεται στην αποφυγή νέων στρατιωτικών δεσμεύσεων.
Η διαφαινόμενη απόφαση της Ουάσιγκτον να αποσύρει τα στρατεύματά της από τη Συρία επιταχύνει τους σχεδιασμούς της Άγκυρας για στρατιωτική επέμβαση. Οι αμερικανικές δυνάμεις ελέγχουν εδώ και χρόνια κρίσιμες περιοχές πλούσιες σε πετρέλαιο, ειδικά στη βορειοανατολική Συρία, εκεί όπου κυριαρχούν οι κουρδικές πολιτοφυλακές YPG. Οι περιοχές βρίσκονται υπό τον έλεγχο των ΗΠΑ από την εποχή της εξέγερσης του 2016, όταν η Ουάσιγκτον είχε συμμαχήσει με τους Κούρδους για την καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους. Πλέον, η Τουρκία βλέπει ανοιχτά το ενδεχόμενο να κινηθεί στρατιωτικά ώστε να εκδιώξει τις κουρδικές δυνάμεις και να επιβάλει μια δική της ζώνη επιρροής.
Σύμφωνα με πληροφορίες από ισραηλινές πηγές ασφαλείας, Αμερικανοί αμυντικοί αξιωματούχοι έχουν ήδη ενημερώσει τους Ισραηλινούς ομολόγους τους ότι η Ουάσιγκτον σχεδιάζει να ξεκινήσει σταδιακή αποχώρηση από τη Συρία εντός δύο μηνών. Παρά τις προσπάθειες του Ισραήλ να πείσει τις ΗΠΑ να διατηρήσουν στρατεύματα στην περιοχή –κυρίως για να περιορίσουν την επιρροή του Ιράν και να αποτρέψουν την ενίσχυση των φιλοϊρανικών δυνάμεων– η αμερικανική διοίκηση ξεκαθάρισε πως η απόφαση είναι ειλημμένη και αμετάκλητη.
Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε από την αρχή της θητείας του να υιοθετήσει μια απομονωτική γραμμή πλεύσης στην εξωτερική πολιτική, αποφεύγοντας πολεμικές περιπέτειες και δίνοντας έμφαση στην «επιστροφή στο εσωτερικό». Η στάση αυτή ενισχύθηκε και από πρόσωπα του στενού του κύκλου, όπως ο αντιπρόεδρος Τζ. Μπανς, που άσκησαν έντονη επιρροή υπέρ της αποδέσμευσης των ΗΠΑ από την περιοχή. Με αυτή την πολιτική, η Ουάσιγκτον αφήνει ένα στρατηγικό κενό το οποίο η Τουρκία είναι έτοιμη να καλύψει.
Η Άγκυρα λοιπόν κινείται με γοργούς ρυθμούς για να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία. Ταυτόχρονα όμως ρισκάρει σοβαρά, αφού κάθε επιθετική κίνηση στο συριακό έδαφος μπορεί να προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις, τόσο από ρωσικής και ιρανικής πλευράς, όσο και από τις τοπικές κουρδικές δυνάμεις που δεν πρόκειται να παραδοθούν αμαχητί. Επιπλέον, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι το διεθνές κλίμα θα συνεχίσει να ευνοεί μια τέτοια μονομερή ενέργεια. Ωστόσο, για την τουρκική ηγεσία το παράθυρο ευκαιρίας είναι εδώ και τώρα – και είναι διατεθειμένη να ρισκάρει για να κερδίσει.
«Αυτός δεν είναι ο δικός μας πόλεμος», επαναλαμβάνει εδώ και καιρό ο Ντόναλντ Τραμπ, δίνοντας το στίγμα μιας εξωτερικής πολιτικής που αποστασιοποιείται από τις μακροχρόνιες στρατιωτικές εμπλοκές στη Μέση Ανατολή. Το Πεντάγωνο έχει προετοιμαστεί εδώ και καιρό για τη συγκεκριμένη απόφαση, και πλέον περνά στην τελική φάση: η επιχειρησιακή εφαρμογή της απόσυρσης των αμερικανικών στρατευμάτων από τη Συρία. Η διαδικασία προχωρά σταδιακά, με τακτικές ενημερώσεις να διαβιβάζονται σε Ισραηλινούς αμυντικούς αξιωματούχους που παρακολουθούν στενά τις προτάσεις και διατυπώνουν ανοιχτά την ανησυχία τους.
Κατά τις συνομιλίες μεταξύ Ουάσιγκτον και Τελ Αβίβ, Ισραηλινοί εκπρόσωποι εξέφρασαν έντονο προβληματισμό για τις συνέπειες που θα έχει το αμερικανικό κενό ισχύος. Ένας ανώτερος Ισραηλινός αξιωματούχος προειδοποίησε ότι η απόσυρση των ΗΠΑ θα λειτουργήσει ως άμεσος καταλύτης για την Τουρκία, δίνει το πράσινο φως να προχωρήσει σε επέκταση της στρατιωτικής παρουσίας στη βόρεια και ανατολική Συρία. Ο Ερντογάν, εδώ και χρόνια, επιδιώκει να εκμεταλλευτεί την αποδυνάμωση του καθεστώτος Άσαντ και να εγκαθιδρύσει μια ζώνη επιρροής υπό τουρκικό έλεγχο. Η αποχώρηση των Αμερικανών αυξάνει την αποφασιστική του.
Τα στρατεύματα των ΗΠΑ σταθμεύουν αυτή τη στιγμή σε καίρια σημεία της Συρίας, με ρόλο σταθεροποιητικό. Η παρουσία τους αποτρέπει τη στρατιωτική επέκταση τόσο του Ιράν όσο και της Τουρκίας και παρέχει στήριξη στους Κούρδους μαχητές που είχαν συμμαχήσει με τη Δύση κατά του ISIS. Με την επικείμενη απομάκρυνσή τους, ισραηλινές αμυντικές πηγές φοβούνται ότι οι τουρκικές δυνάμεις θα κινηθούν για να καταλάβουν στρατηγικά στρατόπεδα, αποθήκες και υποδομές. Η περιοχή κινδυνεύει να μετατραπεί σε πεδίο ανταγωνισμού και επιβολής νέων τετελεσμένων, με την Τουρκία να παίζει ρόλο κεντρικό.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εμφανίζεται πρόθυμος να επωφεληθεί από τη ρευστότητα της στιγμής για να παγιώσει το ρόλο της Τουρκίας ως περιφερειακής δύναμης πρώτης γραμμής. Η Συρία αποτελεί για το ίδιο κεντρικό κομμάτι αυτού του σχεδίου, τόσο για γεωστρατηγικούς όσο και για ιδεολογικούς λόγους. Στο εσωτερικό, μια μηχανή στρατιωτική εκστρατεία προσφέρει έδαφος για συσπείρωση. Στο εξωτερικό, λειτουργεί ως μέσο πίεσης και διαπραγματευτικό χαρτί απέναντι σε ΗΠΑ, Ρωσία, Ισραήλ και Ιράν.
Την ίδια στιγμή, η ρητορική του Τούρκου προέδρου απέναντι στο Ισραήλ γίνεται όλο και πιο επιθετική. Από την αρχή του πολέμου στη Γάζα, οι επιθέσεις του Ερντογάν κατά του Ισραήλ έχουν ενταθεί, εντείνοντας την καχυποψία του Τελ Αβίβ απέναντι στην τουρκική στάση. Παρά τις προσπάθειες εκτόνωσης, όπως αυτές που έγιναν στο Αζερμπαϊτζάν, η πραγματικότητα επιβεβαιώνει ότι το χάσμα παραμένει. Μόλις δύο ημέρες μετά τις συναντήσεις κατευνασμού, ο Ερντογάν εξαπέλυσε νέα επίθεση, χαρακτηρίζοντας ξανά το Ισραήλ «τρομοκρατικό κράτος» και κατηγορώντας το ότι προσπαθεί να ανατρέψει την «επανάσταση» στη Συρία. Με προειδοποιητικό τόνο, δήλωσε ότι όποιος επιχειρήσει να προκαλέσει περαιτέρω πόνο στον συριακό λαό θα πρέπει να είναι έτοιμος να πληρώσει το τίμημα.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον αστάθειας, η Τουρκία ετοιμάζεται να κινηθεί δυναμικά. Η αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συρία δεν είναι απλώς μια τακτική αλλαγή, αλλά μια κίνηση που επαναπροσδιορίζει τους συσχετισμούς σε μεγαλύτερη περιοχή. Ο Ερντογάν βλέπει μπροστά του ένα στρατηγικό κενό – και όλα δείχνουν ότι είναι αποφασισμένος να το καλύψει, με κάθε μέσο.
Η Τουρκία βρίσκεται σε βαθιά εσωτερική κρίση, η οποία πλέον δεν μπορεί να αποκρυπτογραφηθεί ούτε από το αυστηρά ελεγχόμενο κρατικό αφήγημα. Οι πρόσφατες μαζικές διαδηλώσεις, με τη συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών, έφεραν στην επιφάνεια την οργή και την απόγνωση που επικρατεί στην κοινωνία. Η σύλληψη του Δημάρχου Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου έκανε τη σπίθα που άναψε τη φωτιά, αλλά τα αίτια είναι πολύ βαθύτερα.
Η τουρκική οικονομία παραπαίει. Η κυβέρνηση έχει δαπανήσει τεράστια ποσά από τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας, προσπαθώντας να συγκρατήσει την καταρρεύουσα τουρκική λίρα, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Ο πληθωρισμός εκτινάσσεται, η ακρίβεια έχει γονατίσει τον πληθυσμό και οι μισθοί δεν επαρκούν για την κάλυψη βασικών αναγκών. Το βιοτικό επίπεδο υποχωρεί σταθερά, ενώ η κοινωνική δυσφορία διογκώνεται. Η Τουρκία σήμερα πεινάει – και το καθεστώς το γνωρίζει.
Πολιτικά, η χώρα βρίσκεται σε συνθήκες απολυταρχικής στασιμότητας. Η παραμονή του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) στην εξουσία από το 2001 μέχρι σήμερα έχει μετατρέψει τη διακυβέρνηση Ερντογάν σε ένα αυτοαρχικό καθεστώς με πλήρη έλεγχο της κρατικής μηχανής, της Δικαιοσύνης, των ΜΜΕ και του στρατού. Η συστηματική καταστολή της αντιπολίτευσης περιλαμβάνει φυλακίσεις, διώξεις, βασανισμούς και συνεχή τρομοκράτηση οποιασδήποτε φωνής αμφισβήτησης. Ο κεντρικός στόχος αποτελεί σταθερά το κουρδικό στοιχείο, που αντιμετωπίζεται με ψεύτικες υποσχέσεις εκεχειρίας και διγλωσσία, την ώρα που η καταστολή συνεχίζεται.
Η πρόσφατη «εικονική» εκεχειρία με τους Κούρδους δεν είναι ένδειξη ειρηνικής διάθεσης, αλλά στρατηγικός ελιγμός. Το καθεστώς Ερντογάν ετοιμάζεται για ταυτόχρονες κινήσεις σε Αιγαίο και Συρία, γνωρίζοντας πως μια εξωτερική κρίση –ή ακόμη και σύγκρουση– θα λειτουργούσε ως εργαλείο αποπροσανατολισμού και συσπείρωσης στο εσωτερικό. Η δημιουργία εξωτερικών απειλών είναι ένα δοκιμασμένο μέσο επιβολής για απολυταρχικά καθεστώτα. Η Άγκυρα δείχνει πρόθυμη να επαναλάβει, αψηφώντας το κόστος.
Η απειλή είναι πραγματική και άμεση. Η συγκυρία δείχνει ότι η Τουρκία μπορεί να προχωρήσει σε επιθετικές ενέργειες, τόσο κατά της Συρίας, με αφορμή την αποχώρηση των Αμερικανών, όσο και στο Αιγαίο, μέσω εντάσεων ή ακόμα και στρατιωτικών προκλήσεων προς την Ελλάδα. Το παιχνίδι που παίζεται δεν είναι απλώς γεωπολιτικό· είναι υπαρξιακό για το καθεστώς Ερντογάν. Και ακριβώς γι’ αυτό, είναι εξαιρετικά επικίνδυνο.
Η Ελλάδα οφείλει να είναι προετοιμασμένη για κάθε ενδεχόμενο. Η ιστορική στιγμή απαιτεί νηφαλιότητα, αποφασιστικότητα και εθνική ενότητα. Όσα θα ακολουθήσουν το επόμενο διάστημα, μπορεί να δοκιμάσουν όχι μόνο τις αντοχές μας, αλλά και τις ισορροπίες στην περιοχή. Η πιθανότητα μετωπικής σύγκρουσης με την Τουρκία δεν είναι ένα ακραίο σενάριο – είναι μια απτή πιθανότητα. Και χρειάζεται να είμαστε έτοιμοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου