Αναγκαίες τομές στη λειτουργία των λαϊκών αγορών: Ώρα για προστασία του καταναλωτή και ενίσχυση του παραγωγού
του Φώτη Αλεξόπουλου, Οικονομολόγου – Πολιτικού Αναλυτή Τοπικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης,
Μέλους του ΙΝΚΑ / Γενικής Ομοσπονδίας Καταναλωτών Ελλάδος
Η λαϊκή αγορά αποτελεί έναν από τους ελάχιστους θεσμούς της καθημερινότητας που συνδέει άμεσα τον παραγωγό με τον καταναλωτή. Έχει ιστορικά αποτελέσει ανάχωμα στην ακρίβεια και διέξοδο για τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Ωστόσο, η σημερινή εικόνα των λαϊκών αγορών, με την ομογενοποίηση των τιμών μεταξύ παραγωγών και εμπόρων, τις αυτοσχέδιες πρακτικές τιμολόγησης, αλλά και τις εικόνες προχειρότητας στη σήμανση των προϊόντων, δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εποχής ούτε στις προσδοκίες των πολιτών.
Ένας διαχρονικός θεσμός σε κρίση
Είναι σαφές ότι ο θεσμός των λαϊκών αγορών χρειάζεται ουσιαστική αναμόρφωση. Το βασικό πρόβλημα εντοπίζεται στην αδυναμία του Κράτους να διαχωρίσει με σαφήνεια τον ρόλο του παραγωγού από εκείνον του εμπόρου. Αποτέλεσμα αυτής της ασάφειας είναι η τιμολογιακή σύγκλιση των προϊόντων, η οποία ακυρώνει το βασικό πλεονέκτημα του θεσμού: τη δυνατότητα του καταναλωτή να αγοράζει φρέσκα και ποιοτικά προϊόντα σε χαμηλότερες τιμές, απευθείας από τον παραγωγό.
Την ίδια ώρα, παρατηρούνται φαινόμενα όπως η αυθαίρετη αλλαγή τιμών με κιμωλία ή μαρκαδόρους ανάλογα με την ώρα – φαινόμενο που γεννά σύγχυση και δυσπιστία. Σε πολλές περιπτώσεις, η τιμή διαμορφώνεται σχεδόν αυθόρμητα και χωρίς κανόνες, αφήνοντας τον καταναλωτή εκτεθειμένο σε πρακτικές αδιαφάνειας.
Μια πρόταση για ριζική αλλαγή
Το Υπουργείο Ανάπτυξης οφείλει να προχωρήσει σε ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις. Μια πρόταση που μπορεί να εφαρμοστεί άμεσα και χωρίς σημαντικό δημοσιονομικό κόστος, αφορά τη δημιουργία Μίνι Γραφείων Εποπτείας (Κινητών Κιοσκιών) σε κάθε λαϊκή αγορά. Τα κιόσκια αυτά –εύκολα στη μεταφορά και λειτουργικά ως σημεία διοικητικής παρουσίας– θα στελεχώνονται από υπαλλήλους του Υπουργείου, οι οποίοι –πριν την έναρξη λειτουργίας κάθε αγοράς– θα ενημερώνουν παραγωγούς και εμπόρους για τις προτεινόμενες τιμές πώλησης, με βάση επίσημα στοιχεία τιμοληψιών και χονδρικής.
Η μισθοδοσία των υπαλλήλων αυτών μπορεί να καλυφθεί μέσω ειδικού ταμείου αυτοχρηματοδότησης, στο οποίο θα συμμετέχουν οι ίδιοι οι επαγγελματίες της λαϊκής αγοράς, καταβάλλοντας ένα συμβολικό αντίτιμο. Ένα τέτοιο μοντέλο διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του μέτρου χωρίς επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού, ενώ παράλληλα δημιουργεί συνθήκες διαφάνειας και δίκαιου ανταγωνισμού.
Τα Κινητά Κιόσκια μπορούν, επίσης, να λειτουργήσουν ως σημεία υποδοχής παραπόνων, καταγραφής ελέγχων, αλλά και συνεργασίας με τη Δημοτική Αστυνομία ή τις Υγειονομικές Υπηρεσίες, εδραιώνοντας έτσι μια πιο θεσμική και οργανωμένη εικόνα για τον θεσμό των λαϊκών.
Ο ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
Καθοριστική θα είναι και η συμμετοχή των Δήμων, τόσο σε επίπεδο συντονισμού όσο και σε θέματα υποδομών και ελέγχου. Οι Δήμοι μπορούν να συμβάλουν στην εφαρμογή του νέου πλαισίου, στη δημιουργία κατάλληλων συνθηκών υγιεινής, καθώς και στην εξασφάλιση της προσβασιμότητας και της τάξης στους χώρους των λαϊκών.
Προς όφελος όλων
Η ορθολογική και διαφανής λειτουργία των λαϊκών αγορών είναι προς όφελος όλων:
Του καταναλωτή, που αποκτά πρόσβαση σε ποιοτικά προϊόντα με δίκαιες τιμές.
Του πραγματικού παραγωγού, που ενισχύει τη θέση του απέναντι στον μεσάζοντα.
Του ίδιου του θεσμού, που ανακτά την αξιοπιστία του και τη δυναμική του ρόλο στην κοινωνική και οικονομική ζωή.
Ήρθε η ώρα να αφήσουμε πίσω την ανοργανωσιά και τις «ελληνικές πατέντες» της αυθαιρεσίας, και να επενδύσουμε σε ένα νέο, διαφανές και αποτελεσματικό μοντέλο λειτουργίας των λαϊκών αγορών. Το χρωστάμε στους καταναλωτές, στους παραγωγούς και –εν τέλει– στη σοβαρότητα του Κράτους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου