Η διαρκής όξυνση της έντασης μεταξύ Ουάσιγκτον και Καράκας και η αναθεώρηση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στις χώρες της Λατινικής Αμερικής
Μια μονάδα πεζοναυτών ταχείας ανάπτυξης, ειδική σε αμφίβιες επιχειρήσεις. Δέκα πολεμικά αεροσκάφη τύπου F-35. Τρία αντιτορπιλικά πλοία, ένα πυρηνικό υποβρύχιο και ένα ταχύπλοο σκάφος κατάλληλο για αποστολές ανίχνευσης και επιτήρησης. Και 10.000 στρατιώτες, εγκατεστημένοι σε βάσεις στο Πουέρτο Ρίκο ή ευρισκόμενοι στα προαναφερθέντα πλοία.
Οι αριθμοί αυτοί, που παραπέμπουν σε μίνι αποβατικό στόλο, αποτελούν το σύνολο των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων που έχουν αναπτυχθεί τις τελευταίες εβδομάδες περιμετρικά των χωρικών υδάτων της Βενεζουέλας, κατόπιν εντολής του Λευκού Οίκου.
Αποτυπώνουν δε με τον πιο αντικειμενικό τρόπο την τάση της Ουάσιγκτον να αυξάνει διαρκώς την πίεση προς το Καράκας. Για την αμερικανική κυβέρνηση, η οποία ενέκρινε τη διεξαγωγή μυστικών επιχειρήσεων από τη CIA στην επικράτεια της Βενεζουέλας, αιτία της όλης κινητοποίησης είναι οι αυξημένες ροές ναρκωτικών προς τις ΗΠΑ.
Από πλευράς της η Βενεζουέλα αρνείται τις κατηγορίες, με τον πρόεδρο Νικολάς Μαδούρο να κάνει λόγο για προφάσεις που εξυπηρετούν την απόπειρα υφαρπαγής των φυσικών πόρων της χώρας.
Οι φυσικοί πόροι
Πέραν των εκατέρωθεν ισχυρισμών, τι σηματοδοτεί αυτή η επιστροφή των ΗΠΑ στις υποθέσεις της αμερικανικής ηπείρου; Η συλλογιστική πίσω από τη συγκεκριμένη μετατόπιση της εξωτερικής πολιτικής δεν πρέπει να απεξαρτηθεί από τον τρόπο που πολιτεύεται ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ και τις προτεραιότητες που θέτει, στην προσπάθειά του να εκπληρώσει τη χιλιοειπωμένη υπόσχεσή του «να κάνει την Αμερική σπουδαία ξανά».
Το κίνητρο πίσω από τις τουλάχιστον οκτώ θανατηφόρες επιθέσεις κατά πληρωμάτων σκαφών, που σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο μετέφεραν ναρκωτικά, είναι πιθανότατα πολιτικό και σχετίζεται με την απόφαση του αμερικανού προέδρου να εντείνει την πίεση στα κράτη που βρίσκονται στην «πίσω αυλή» των ΗΠΑ, όσο αυτές αποσύρονται από το ψυχροπολεμικό θέατρο της Ευρώπης.
Το σκεπτικό – που εύστοχα ο αρθρογράφος του Bloomberg Αντρέας Κλουτ περιγράφει ως ημισφαιρισμό – έχει ισχυρά ερείσματα και στα δύο μεγάλα κόμματα, στη λογική ότι η εμπλοκή της Ουάσιγκτον στο διεθνές γίγνεσθαι πρέπει να περιοριστεί.
Υπάρχουν άλλωστε κι όσοι διαβλέπουν οικονομικό όφελος σε μια τέτοια «στροφή», τονίζοντας πως η ήπειρος αποτελεί οικονομική ευκαιρία, αφού συνδυάζει χώρες με υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα και ισχυρή αγοραστική δύναμη (Καναδάς, ΗΠΑ, Βραζιλία), εύρωστες μεσαίου μεγέθους οικονομίες (Μεξικό, Χιλή) και αναπτυσσόμενα κράτη, πλούσια σε φυσικούς πόρους.
Στην τελευταία ομάδα αντιστοιχεί η περίπτωση της πλούσιας σε κοιτάσματα πετρελαίου Βενεζουέλας, με τον Τραμπ μάλιστα να κομπάζει ενώπιον δημοσιογράφων στον Λευκό Οίκο πως «ο Μαδούρο είναι πρόθυμος να δώσει τα πάντα για να μην μπλέξει με τις ΗΠΑ».
Μια τέτοια διαπίστωση ασφαλώς δεν προοικονομεί ευχάριστες εξελίξεις, όχι μόνο για τη Βενεζουέλα αλλά και για μια σειρά χωρών που γειτνιάζουν με τα αμερικανικά συμφέροντα. Η πρόσφατη επίθεση σε σκάφος ανοικτά των ακτών της Κολομβίας, στον Ειρηνικό Ωκεανό, προδιαθέτει για τη συνέχεια και ενδεχομένως την κλιμάκωση του «πολέμου» του Τραμπ στη Λατινική Αμερική.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου