Η μάνα μου με γέννησε Παρασκευή ξημέρωματην ώρα που έμπαινε δειλά η πρώτη ηλιαχτίδα
απ’τη μικρή χαραματιά του γέρικου σπιτιού μας...
Δεν είχε μήτε τους γιατρούς μήτε τις νοσοκόμες,
μόν’ είχε μια γριά μαμή, για να τη ξεγεννήσει,
τη μάνα της να τις κρατά το χέρι με αγάπη.
Στο πλάι μια γκαζόλαμπα, να αχνοφέγγει λίγο
να τρεμοπαίζει, να σβηστεί, στο άγγιγμα του ήλιου,
τις φωτεινής αυτής γραμμής από τη χαραμάδα.
Μεγάλωσα και τράνεψα, μ’ αγάπη και με φτώχεια
ποτέ μου δεν φοβήθηκα, δε λύγισ’ η ψυχή μου
Έλληνας εγεννήθηκα, δε θα πεθάνω σκλάβος!
Δε με φοβίζουν τα θεριά, τα ανθρωποπλασμένα,
που πλάσανε να κυβερνούν οι δαίμονες του σκότους,
μα με φοβίζει πιότερο η κρίση των προγόνων.
Δεν θέλω να με θεωρούν, δούλο οσφυοκάμπτη,
Πατέρες πρόγονοι σοφοί, ηρωωγεννήτρες μάνες,
που δόξασαν το όνομα της φωτεινής Πατρίδας.
Αν μου χαρίσει ο Θεός δέκα ζωές να έχω
τις έντεκα θα έδινα για χάρη της ΕΛΛΑΔΟΣ
για να μπορέσουν λεύτερα να ζήσουν τα παιδιά της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου