Τετάρτη 30 Απριλίου 2025

Γιατροί και νοσηλευτές σε μόνιμη κατάσταση burnout

 


Η εργασιακή εξάντληση από την πίεση και τις ατελείωτες εφημερίες κρύβει κινδύνους για τους ίδιους τους εργαζομένους αλλά και τους ασθενείς - Η νομοθεσία που είναι αρωγός στην εντατικοποίηση της εργασίας, τα χρωστούμενα ρεπό και άδειες και η ανάγκη για αλλαγές από την πολιτεία

«Αρκετές ημέρες όταν βραδιάζει, μετά από 14 ώρες εφημερίας και ορθοστασίας, δεν αισθάνομαι τα πόδια μου και σίγουρα δεν μπορώ να οδηγήσω» λέει χωρίς δισταγμό στο «Βήμα» η Αγγελική Κρικρή, παιδοχειρουργός στο Νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία» και μέλος του ΔΣ της ΕΙΝΑΠ (Ενωση Ιατρών Νοσοκομείων Αθήνας και Πειραιά).

Η ειδησεογραφία την επιβεβαιώνει ποικιλοτρόπως. Τα περιστατικά υπερεξάντλησης και πολύωρων εφημεριών γιατρών και νοσηλευτών στα νοσοκομεία της χώρας, αποτελούν μια ζοφερή πραγματικότητα που απασχολεί συχνά την επικαιρότητα.

Δεν είναι εύκολο να λησμονηθεί μάλιστα η περίπτωση της μοναδικής παιδιάτρου στο νοσοκομείο της Σάμου, η οποία λίγους μήνες νωρίτερα και  ύστερα από έξι ενεργές 24ωρες εφημερίες και τέσσερις με «κάλυψη-ετοιμότητα» (δηλαδή σε εγρήγορση από το σπίτι), κατέρρευσε και μεταφέρθηκε με συμπτώματα εγκεφαλικού στο Τζάνειο Νοσοκομείο.

Το  Εθνικό Σύστημα Υγείας της χώρας φαίνεται ότι εκτός των ελλείψεων σε υποδομές και υλικά, αντιμετωπίζει σήμερα και δύο ακόμη μεγάλα προβλήματα: υποστελέχωση και εργασιακή εξάντληση (burnout). Το δεύτερο μάλιστα, αν και διαπιστωμένο, σπάνια αντιμετωπίζεται με την απαραίτητη σοβαρότητα.

Εργαζόμενοι σε διαρκή πίεση

Το burnout, όπως εξηγεί ο ψυχίατρος – ψυχοθεραπευτής Σωκράτης Εμμανουηλίδης, είναι μια κατάσταση που σχετίζεται με το χρόνιο άγχος από την εργασία. «Επί της ουσίας ένας εργαζόμενος βρίσκεται σε μια διαρκή πίεση από στρεσογόνα ερεθίσματα μέσα στον εργασιακό του χώρο, τα οποία συσσωρευτικά και προοδευτικά έχουν επιβλαβείς συνέπειες για την ψυχική και σωματική του υγεία» εξηγεί.

«Αποτελεί μια κατάρρευση σε λειτουργικό επίπεδο κατά την οποία προεξάρχει η κούραση και συνδυάζεται πρωτίστως με έκπτωση του ενδιαφέροντος για τη δουλειά και της απόδοσης σε αυτή. Το άτομο γίνεται κυνικό και παρουσιάζει ένα αίσθημα αδιαφορίας. Μπορεί να εμφανίσει διαταραχές στην έλευση του ύπνου καθώς και στην αφύπνιση, πόνους στο στήθος, κεφαλαλγίες και δύσπνοια». Η εργασία, που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας, μπορεί να γίνει πηγή σοβαρών προβλημάτων όταν οι συνθήκες της είναι υπερβολικά πιεστικές ή/και τοξικές.

Τα παραπάνω περιστατικά είναι μέρος ενός ευρύτερου φαινομένου που πλήττει την κοινωνία, όπου η πίεση και η εντατικοποίηση της εργασίας έχουν γίνει ο κανόνας. Οπως θυμίζει ο δρ Ανδρέας Στοϊμενίδης, αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία και γραμματέας Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία της ΓΣΕΕ, «είχαμε ακόμη πριν από λίγους μήνες την κατάρρευση μιας αναισθησιολόγου στο Παπανικολάου, ενώ ένας νοσηλευτής στο ΑΧΕΠΑ πέθανε πριν από δύο χρόνια εν ώρα εφημερίας».

Ποια επαγγέλματα πλήττονται πιο πολύ

Ποια είναι τα επαγγέλματα με αυξημένη ευαλωτότητα; Ο κ. Εμμανουηλίδης απαντάει ακαριαία: γιατροί, νοσηλευτές, κοινωνικοί λειτουργοί, δάσκαλοι και σειρά άλλων επαγγελματιών φροντιστικού χαρακτήρα. «Αυτοί οι άνθρωποι βρίσκονται ψηλά στην κλίμακα ρίσκου για ανάπτυξη μιας τέτοιας κατάστασης που αφορά την εργασιακή εξουθένωση» εξηγεί.

Οι συνθήκες εργασίας τους συχνά δεν είναι μόνο καταπονητικές, αλλά και επικίνδυνες, καθώς οι συνέπειες του burnout επηρεάζουν τόσο την απόδοση του εργαζομένου όσο και την ποιότητα της φροντίδας που παρέχει.

Η κυρία Κρικρή περιγράφει με γλαφυρότητα την καθημερινή μάχη που δίνουν οι γιατροί και οι νοσηλευτές, πολλές φορές χωρίς την απαραίτητη υποστήριξη και με ελλιπείς πόρους: «Στα Νοσοκομεία Παίδων οι χειρουργοί πρέπει να μείνουν μέχρι να τελειώσουν τα περιστατικά της εφημερίας, ό,τι ώρα αυτό γίνει. Και οι νοσηλευτές αντιμετωπίζουν τεράστια εξουθένωση. Βλέπεις 60 χρονών νοσηλεύτρια να είναι στα ΤΕΠ, όπου οι ρυθμοί είναι φοβερά ενταντικοί και βγάζει εφημερία ενώ της χρωστάει το νοσοκομείο 100 ρεπό. Εμένα μου χρωστάνε την άδειά μου από το 2019. Θα μου πεις «και γιατί δεν την πήρες;». Η απάντηση είναι «γιατί δεν μπορώ να αφήνω τα περιστατικά μου πίσω»».

«Ο,τι έχει ψηφιστεί, από το 2019 και μετά, ευνοεί την εντατικοποίηση της εργασίας»

Η νομοθεσία αρωγός στο burnout

Ο Ανδρέας Στοϊμενίδης εξηγεί πως η κατάσταση αυτή γίνεται ακόμα χειρότερη με την πρόσφατη νομοθεσία που ευνοεί την εντατικοποίηση της εργασίας και περιορίζει τα δικαιώματα των εργαζομένων: «Το νομικό πλαίσιο στην Ελλάδα κινείται σε αντίστροφη κατεύθυνση από αυτή του ευρωπαϊκού πλαισίου. Ο,τι έχει ψηφιστεί, από το 2019 και μετά, ευνοεί την εντατικοποίηση της εργασίας. Είναι ο νόμος Γεωργιάδη το 2023 με τον οποίο εισήχθησαν οι συμβάσεις μηδενικών ωρών και η «δυνατότητα» του πολίτη να εργάζεται σε δύο δουλειές για 13 ώρες την ημέρα. Ο νόμος Χατζηδάκη του 2021, σύμφωνα με τον οποίο οι εργαζόμενοι μπορούν να δουλεύουν χωρίς να πληρώνονται την υπερεργασία τους, να εργάζονται στα ρεπό τους για να πάρουν κάποιο μεγαλύτερο ρεπό στο μέλλον. Που γνωρίζουμε, όμως, ότι όλα αυτά παραγράφονται και δεν αποδίδονται εν τέλει στον εργαζόμενο».

Ο ίδιος φωτίζει και την πλευρά της αύξησης των εργατικών δυστυχημάτων που σχετίζονται με το burnout: «Η επαγγελματική εξουθένωση έχει επίπτωση στην κλιμάκωση των εργατικών δυστυχημάτων στη χώρα: 149 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους το 2024 στην εργασία τους ή μεταβαίνοντας – επιστρέφοντας από αυτή. Μάλιστα, 272 έχουν τραυματιστεί σοβαρά. Αριθμός απαράδεκτος για ευρωπαϊκή χώρα».

Στην ίδια γραμμή η Αγγελική Κρικρή αποκαλύπτει ότι «ως χώρα πληρώνουμε πρόστιμα στην Ευρωπαϊκή Ενωση γιατί δεν τηρούμε την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Ο γιατρός μετά την εφημερία κανονικά πρέπει να βγει σε υποχρεωτική αργία. Και οι ώρες εργασίας του δεν μπορεί να υπερβαίνουν τις 48 την εβδομάδα. Κάτι τέτοιο, φυσικά, δεν συμβαίνει».

Η ανάγκη για άμεση δράση από την πλευρά του κράτους για τη θέσπιση μιας σαφούς νομοθεσίας που να προστατεύει τους εργαζομένους από την εξουθένωση είναι επιτακτική: «Δεν έχουμε νομοθεσία που να αφορά το burnout.

Ουσιαστικά οι έλληνες εργαζόμενοι έχουν «καεί» από την πίεση της δουλειάς, αμείβονται με πολύ λίγα χρήματα, έχουν χαμηλή αγοραστική δύναμη και δεν έχουν τη δυνατότητα να προστατευθούν λαμβάνοντας μία άδεια όταν βρίσκονται κάτω από συνθήκες burnout. Μάλιστα, αν ζητήσουν κάτι τέτοιο, αντιμετωπίζονται απαξιωτικά από τους εργοδότες και περιπαικτικά από το κράτος» υπογραμμίζει ο κ. Στοϊμενίδης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

.

.

Δημοφιλείς αναρτήσεις