Σήμερα συμπληρώνονται 15 χρόνια από τον εμπρησμό υποκαταστήματος της τράπεζας Marfin επί της οδού Σταδίου στις 5 Μαΐου του 2010, που είχε ως αποτέλεσμα τρεις άνθρωποι να χάσουν με τραγικό τρόπο τη ζωή τους.
Ο εμπρησμός στο υποκατάστημα της τράπεζας σημειώθηκε κατά τη διάρκεια διαδήλωσης ενάντια στο πρώτο μνημόνιο που επρόκειτο να ψηφιστεί στη Βουλή, μίας από τις πιο μεγαλειώδεις και μαζικές πορείες που έχουν γίνει ποτέ στην Αθήνα.
Το χρονικό της τραγωδίας
Η ψηφοφορία στη Βουλή για το πρώτο μνημόνιο είχε οριστεί στις 6 Μαΐου του 2010. Η παραμονή της ψηφοφορίας είχε κηρυχθεί ημέρα γενικής απεργίας και πορείας προς τη Βουλή. Η διαδήλωση μάλιστα εκείνης της ημέρας ήταν μία από τις μεγαλύτερες που έχει καταγραφεί στην πρόσφατη ιστορία της χώρας και στιγματίστηκε από ένα σοκαριστικό έγκλημα, όταν ομάδα αγνώστων ατόμων έριξε μολότοφ και ένα μπουκάλι με βενζίνη στην τράπεζα Marfin την ώρα που βρίσκονταν μέσα σε αυτήν περίπου 25-30 εργαζόμενοι. Οι περισσότεροι κατόρθωσαν να διαφύγουν, ωστόσο η Αγγελική Παπαθανασοπούλου, η οποία ήταν έγκυος, ο Επαμεινώνδας Τσάκαλης και η Παρασκευή Ζούλια πέθαναν από ασφυξία λόγω των τοξικών αναθυμιάσεων και του πυκνού καπνού. Όλοι τους ήταν υπάλληλοι της τράπεζας.
Tην ώρα που η κύρια πορεία των διαδηλωτών ανέβαινε την οδό Σταδίου κατευθυνόμενη προς την πλατεία Συντάγματος, ομάδα κουκουλοφόρων κατευθύνθηκε προς το κτίριο της Marfin, πετώντας μέσα μολότοφ και ένα μπουκάλι με βενζίνη. Σύντομα βαρύς καπνός τύλιξε όλο το υποκατάστημα. Οι περισσότεροι υπάλληλοι στοιβάχτηκαν στον μικρό φωταγωγό που επικοινωνούσε μέσω πλέγματος με την ταράτσα, το οποίο πλέγμα ένας εξ αυτών κατάφερε και έσπασε. Στη συνέχεια αναρριχήθηκαν από τον φωταγωγό στη στέγη, απ’ όπου πήδηξαν σε διπλανό κτίριο σπάζοντας την τζαμαρία του με καδρόνι ενώ κάποιοι είχαν βγει στο μπαλκόνι του πρώτου ορόφου.
Οι Επ. Τσάκαλης, Π. Ζούλια και Αγ. Παπαθανασοπούλου εγκλωβίστηκαν από τις φλόγες στον 3ο όροφο του κτιρίου, με αποτέλεσμα να πεθάνουν από ασφυξία. Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή Φίλιππο Κουτσάφτη «Ο καπνός και τα τοξικά αέρια από την καύση των πλαστικών και χαρτικών τους σκότωσαν σχεδόν αμέσως. Απώλεσαν τις αισθήσεις τους και λίγο μετά πέθαναν». Όταν βρέθηκαν είχαν τα στόματά τους ανοιχτά και τα πρόσωπά τους ήταν μαύρα από τον καπνό. Φαίνεται πως είχαν προσπαθήσει να βγουν από το εσωτερικό του κτιρίου από την πόρτα της ταράτσας, η οποία όμως δεν άνοιγε.

Συγκλονιστικές μαρτυρίες
Ο πρώτος άνθρωπος που απεγκλωβίστηκε από το φλεγόμενο κτίριο της Marfin, μιλώντας σε τηλεοπτικό σταθμό, λίγα χρόνια μετά περιέγραφε πως μέσα σε λίγα λεπτά, μετά την πυρπόληση της τράπεζας με μολότοφ, το κτίριο γέμισε καπνούς: «Τρία άτομα με κουκούλες, αρχίζουν και σπάνε την τζαμαρία του κάτω ορόφου, αφού την σπάσανε, ρίξανε μέσα ούτε εγώ ξέρω τι, αμέσως λαμπάδιασε, μέσα σε πέντε λεπτά. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την ώρα που έβγαινα από την πόρτα. Η πόρτα ήταν ηλεκτρονική και έπρεπε να μπω μέσα στο κουβούκλιο, να μείνω μέσα για πέντε δευτερόλεπτα και μετά να ανοίξει και δεν ήξερα αν θα άνοιγε για να βγω έξω.
Αυτόπτες μάρτυρες και διασωθέντες έχουν περιγράψει τους δράστες, στους οποίους περιλαμβάνεται και μία γυναίκα. «Βρισκόμουν στο πατάρι του Ιανού. Είδα τα πάντα. Μία ξανθιά με κοτσίδα, ένας ψηλός με γιακά, ένας με φανταχτερά ρούχα και ένας εύσωμος, κατευθύνονται προς την τράπεζα. Τους βλέπαμε όλοι, είχαν ξεχωρίσει για κάποιο σκοπό. Φτάνουν εκεί, βγάζουν ένα σφυρί, σπάνε την τζαμαρία και πετούν μέσα μολότοφ».
Οι ευθύνες της τράπεζας και η απόφαση του Αρείου Πάγου
Το έγκλημα προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων και οργή. Η ΕΛ.ΑΣ. συνέλαβε τον Θεόδωρο Σίψα 34 ετών και τον Παύλο Αντρέεβ οι οποίοι παραπέμφθηκαν σε δίκη. Το βούλευμα αναφέρει ότι υπήρχαν και άλλα δύο άτομα αυτουργοί του εμπρησμού, τα οποία είναι άγνωστα.
Έπειτα από πολλές αναβολές, η δίκη ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2016 χωρίς κάποιος από τους αυτουργούς του εμπρησμού να καταδικαστεί. Οι κατηγορούμενοι κρίθηκαν ομόφωνα αθώοι.
Παράλληλα, το 2013 καταδικάστηκαν τρία στελέχη της Marfin – ο διευθύνων σύμβουλος, ο υπεύθυνος ασφαλείας και η διευθύντρια του υποκαταστήματος – για φόνο εξ αμελείας και σωματικές βλάβες, εξαιτίας των σοβαρών παραλείψεων στα μέτρα πυρασφάλειας και στην εκπαίδευση προσωπικού.
Από τη δικογραφία αποκαλύφθηκε πως το υποκατάστημα δεν διέθετε πιστοποιητικό πυροπροστασίας, η έξοδος κινδύνου ήταν κλειδωμένη και η διοίκηση είχε αγνοήσει αίτημα να μην λειτουργήσει το κατάστημα εκείνη τη μέρα, λόγω της επικείμενης πορείας. Οι εργαζόμενοι είχαν προσέλθει από φόβο για απολύσεις.
Οι συγγενείς των θυμάτων κινήθηκαν νομικά κατά της τράπεζας. Πρωτόδικα τους επιδικάστηκαν αποζημιώσεις έως 1,1 εκατ. ευρώ. Όμως, το 2020, ο Άρειος Πάγος ακύρωσε την απόφαση του Εφετείου, υποστηρίζοντας ότι δεν αιτιολογήθηκε επαρκώς η ευθύνη της τράπεζας για τις παραλείψεις της. Έκρινε ότι πρέπει να επανεξεταστεί αν η Marfin και τα μέλη του ΔΣ της όφειλαν να έχουν λάβει μέτρα – όπως ρολά ασφαλείας, αντιβανδαλικούς υαλοπίνακες, δεύτερη έξοδο κινδύνου και πυροσβεστικό δίκτυο – για να αποτρέψουν την τραγωδία.
Η απόφαση δικαίωσε κατά αυτόν τον τρόπο την ιδιοκτήτρια εταιρεία που της εκμίσθωνε το ακίνητο, αναιρώντας την υπ’ αριθ. 5541/2020 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, όπως αποκαλύπτει το dikastiko.gr. Βάσει της νέας δικαστικής απόφασης, ακυρώνεται η απόφαση του Εφετείου και το Ανώτατο Δικαστήριο παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο Μονομελές Εφετείο Αθηνών, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή.
Να σημειώσουμε εδώ ότι, φάκελος της υπόθεσης, που μετά την αθώωση των δύο κατηγορουμένων είχε κλείσει οριστικά, επεστράφη στην ΕΛ.ΑΣ. για περαιτέρω έρευνα, 11 χρόνια μετά, το 2021.
Η απόφαση αυτή, επανέφερε στο προσκήνιο τις συστημικές ευθύνες γύρω από τον θάνατο των τριών υπαλλήλων. Δεν ήταν μόνο οι εμπρηστές που οδήγησαν στον θάνατο, αλλά και ένα πλέγμα αδιαφορίας, ελλιπούς πρόληψης και παραλείψεων από πλευράς εργοδοσίας και Πολιτείας.
Οι ένοχοι του εμπρησμού δεν ταυτοποιήθηκαν ποτέ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου