Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2025

Ποιοι κρύβονται πίσω από τη μαζική εξόντωση των ελληνικών κοπαδιών;

 Όσο κι αν προσπαθήσει κανείς να το δει ψύχραιμα, υπάρχει ένα σημείο όπου η λογική σταματά να συνεργάζεται. Είναι εκείνη η στιγμή που βλέπεις ανθρώπους της υπαίθρου, σκληρούς, δουλεμένους, από αυτούς που έχουν μάθει να μην κλαίνε ούτε όταν τους γονατίζει η ζωή, να λυγίζουν μπροστά στη μαζική θανάτωση των ζώων τους, σαν να τους ξεριζώνουν κάτι πολύ περισσότερο από ένα κοπάδι. Κι όσο περισσότερο ακούς τις λεπτομέρειες, τόσο πιο δύσκολο γίνεται να πιστέψεις ότι όλο αυτό είναι απλώς «μια κακή διαχείριση» ή «μια ατυχής συγκυρία». Γιατί όταν μια καταστροφή επαναλαμβάνει τα ίδια μοτίβα, ωφελεί σταθερά τους ίδιους και αφήνει σταθερά τους μικρούς να πληρώνουν τον λογαριασμό, τότε η υποψία δεν είναι παραξενιά· είναι φυσική άμυνα.

Όποιος έχει βρεθεί δίπλα σε μικροκτηνοτρόφους ξέρει ότι δεν έχουν σχέση με τα ζώα τους όπως έχει μια βιομηχανία με τις πρώτες ύλες της. Τα ζώα έχουν ονόματα, έχουν ιστορία, έχουν χαρακτήρα, είναι ο καθημερινός ρυθμός του σπιτιού και το εισόδημα της οικογένειας μαζί. Κι όταν έρχεται εντολή για ολική εξόντωση, δεν εξοντώνεται απλώς ένα «ζωικό κεφάλαιο», αλλά και η δυνατότητα να σταθεί μια οικογένεια στο χωριό της, να πληρώσει τις ζωοτροφές, να κρατήσει τη μονάδα, να μην παραδώσει τα κλειδιά. Αυτή η λεπτομέρεια, που στα υπουργικά γραφεία βαφτίζεται «πρωτόκολλο», στην ύπαιθρο μεταφράζεται ως εκκαθάριση.



Και τότε γεννιούνται ερωτήματα που οι επίσημες απαντήσεις αποφεύγουν να ακουμπήσουν ευθέως: αν υπήρχε εργαλείο πρόληψης, γιατί δεν χρησιμοποιήθηκε εγκαίρως; Γιατί, όταν εμφανίστηκαν τα πρώτα κρούσματα, η Ελλάδα δεν κινήθηκε γρήγορα προς ένα πρόγραμμα εμβολιασμού, όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες, και ειδικά σε γειτονικές που δεν έχουν την πολυτέλεια να παριστάνουν ότι μπορούν να θυσιάζουν κοπάδια χωρίς κοινωνικό κόστος; Γιατί το μόνο που φαινόταν να λειτουργεί σαν αυτόματος πιλότος ήταν η συνταγή της μαζικής σφαγής, σαν να είναι αυτό το πρώτο και το τελευταίο καταφύγιο, ανεξάρτητα από το αν πιάνει, ανεξάρτητα από το αν σταματά την εξάπλωση, ανεξάρτητα από το αν αφήνει πίσω του καμένη γη.

Εδώ ακριβώς ολόκληρη η ιστορία αρχίζει να μοιάζει λιγότερο με «λάθος» και περισσότερο με επιλογή. Γιατί, όπως λέγεται από ανθρώπους του χώρου, ακόμη κι όταν η κατάσταση ξέφυγε και οι θανατώσεις πήραν διαστάσεις που δεν δικαιολογούνται εύκολα, υπήρξαν εισηγήσεις να ξεκινήσει εμβολιασμός, με ευρωπαϊκή συνδρομή, δηλαδή με τρόπο που θα μπορούσε να στηριχθεί θεσμικά και πρακτικά. Κι όμως, η απόφαση που τελικά κυριάρχησε παρουσιάζεται σαν να ήταν η πιο «βολική» για όσους δεν ήθελαν να μπουν περιοχές σε καραντίνα και να δεχτούν εμπορικά πλήγματα. Και εκεί αρχίζει να εισχωρεί ο πραγματικός φόβος, όχι εκείνος της νόσου, αλλά ο φόβος για το εμπόριο, για τις εξαγωγές, για το «όνομα» και τη ροή προϊόντων όπως η φέτα. Κι όταν μια πολιτεία φαίνεται να επιλέγει να σωθεί η αλυσίδα της αγοράς αντί να σωθεί η βάση της παραγωγής, τότε η υπόνοια ότι κάποιοι μετρούν αλλιώς τις ζωές δεν είναι υπερβολή

Προσέξτε, όμως: Όταν η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο και εκατοντάδες χιλιάδες ζώα οδηγήθηκαν στη θανάτωση, χωρίς να ανασχεθεί στο ελάχιστο η εξάπλωση, οι ίδιες οι ευρωπαϊκές κτηνιατρικές υπηρεσίες και ο αρμόδιος επίτροπος είπαν στον Τσιάρα να ξεκινήσει επειγόντως πρόγραμμα εμβολιασμού με συνδρομή της Ε.Ε. Και ο Έλληνας υπουργός αρνήθηκε κατηγορηματικά γιατί οι περιοχές εμβολιασμού θα έμπαιναν σε καθεστώς καραντίνας και δεν θα μπορούσαν να εξάγουν… φέτα! Προτίμησε δηλαδή, ο αχρείος, εις όφελος προφανώς των μεγάλων γαλακτοβιομηχανιών που δεν ήθελαν να διακόψουν τους ρυθμούς παραδόσεων, να οδηγήσει στον αφανισμό το ζωικό κεφάλαιο της χώρας (σχεδόν μισό εκατομμύριο αιγοπρόβατα) και δεν τον έχει φωνάξει ακόμη εισαγγελέας!

Το πιο προκλητικό, όμως είναι πως την ίδια ώρα που η κοινωνία βομβαρδίζεται με δόσεις πανικού, οι επιστημονικές τοποθετήσεις που κυκλοφορούν επίσημα για αντίστοιχες ασθένειες των μικρών μηρυκαστικών δεν μιλούν για απειλή στη δημόσια υγεία του ανθρώπου. Δηλαδή ο άνθρωπος δεν κινδυνεύει, ούτε από μετάδοση, ούτε από την κατανάλωση προϊόντων όταν τηρούνται οι βασικές διαδικασίες. Άρα ο πανικός δεν αφορά «να σωθούν ζωές ανθρώπων». Αφορά, όπως λένε, επιδημιολογικές ισορροπίες και εμπορικούς κανόνες. Κι εδώ γεννιέται ένα ακόμη πιο σκοτεινό ερώτημα: αν ο άνθρωπος δεν κινδυνεύει, τότε γιατί η λύση είναι ολική καταστροφή και όχι στοχευμένη διαχείριση με εμβολιασμό, παρακολούθηση και απομόνωση; Γιατί να επιλεγεί ο δρόμος που εξοντώνει τον μικρό, ενώ αφήνει άθικτη τη δυνατότητα των μεγάλων να εισάγουν πρώτη ύλη, να καλύψουν κενά, να κρατήσουν τιμές, να «συγκεντρώσουν» την παραγωγή;

Κάπου εκεί εμφανίζεται και το άλλο αφήγημα, το βολικό, που πετάγεται ως διαρροή όταν στριμώχνονται οι απαντήσεις: «δεν πιάνει το εμβόλιο». Μόνο που η πραγματικότητα δεν είναι τόσο εύκαμπτη όσο οι πολιτικές δικαιολογίες. Υπάρχουν χώρες που το χρησιμοποιούν, υπάρχουν δεδομένα που δείχνουν ότι μειώνει τη νόσηση και κυρίως μειώνει τις απώλειες, υπάρχει η ίδια η εμπειρία ότι το εμβόλιο είναι πολύτιμο εργαλείο. Κι όταν ένα εργαλείο υπάρχει και δεν το πιάνεις καν στα χέρια σου, αλλά τρέχεις κατευθείαν στο μαχαίρι, τότε η όλη ιστορία απόκτά ιδεοληψία, μη πούμε σκοπιμότητα.

Και σαν να μην έφτανε αυτό, υπάρχει το πιο παράλογο κομμάτι, που κάνει ακόμα και τον πιο καλοπροαίρετο να σηκώσει τα χέρια ψηλά: τα ζώα που θανατώνονται θάβονται! Δεν αξιοποιούνται, δεν αποφέρουν τίποτε, αφήνουν τον κτηνοτρόφο με μηδέν αποτέλεσμα, παρότι ο ίδιος ακούει ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για τον άνθρωπο όπως παρουσιάζεται επιστημονικά. «Κανόνας», λένε είναι πώς «απαγορεύεται εμπορική εκμετάλλευση». Ωραία. Αλλά όταν ο κανόνας οδηγεί μαθηματικά σε οικονομική εξόντωση, όταν ο κανόνας δεν δίνει καν μια στοιχειώδη διέξοδο, όταν ο κανόνας καταλήγει να λειτουργεί σαν μηχανή παραγωγής χρεοκοπίας, τότε ο κόσμος δικαιούται να ρωτήσει: ποιος έγραψε αυτόν τον κανόνα έτσι, ποιος ωφελείται από το ότι οι μικροί μένουν χωρίς ρευστό, χωρίς κοπάδι και με αποζημιώσεις που καθυστερούν μήνες, περνώντας μέσα από γραφειοκρατικούς λαβύρινθους που στην ύπαιθρο έχουν ήδη αποκτήσει τη φήμη «μαύρης τρύπας»

Ο κτηνοτρόφος, λοιπόν, θα πρέπει να περιμένει την αποζημίωσή του (μόλις 100-150 ευρώ για μια παραγωγική προβατίνα!) όταν και εφόσον εγκριθεί από τις ευρωπαϊκές υπηρεσίες και την ελληνική γραφειοκρατία -τον αμαρτωλό ΟΠΕΚΕΠΕ δηλαδή- έπειτα από αρκετούς μήνες

Εδώ είναι που η συζήτηση παίρνει αναπόφευκτα πιο σκοτεινή τροπή, όχι επειδή ο κόσμος «τρελάθηκε», αλλά επειδή οι συμπτώσεις μαζεύονται πολλές. Όταν η παραγωγή αποδεκατίζεται, η γη αρχίζει να θεωρείται «ανενεργή», οι κτηνοτρόφοι εγκαταλείπουν, οι ζωοτροφές χάνουν τον σκοπό τους, ολόκληρες περιοχές μένουν χωρίς αγροτική οικονομία και τότε εμφανίζονται άλλες χρήσεις, άλλες «επενδύσεις», άλλοι σχεδιασμοί που δεν χρειάζονται ανθρώπους της υπαίθρου, αλλά μόνο εκτάσεις.

Aκροτελεύτιο ερώτημα: Επειδή όλο αυτό το πράγμα στερείται λογικής και κάπου… μπάζει, μήπως παίζεται κάτι που δεν πιάνουμε; Η απάντηση στο δεύτερο μέρος που θα ακολουθήσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

.

.

Δημοφιλείς αναρτήσεις