Η προχθεσινή απόφαση της Ευρωπαϊκής Συνόδου Κορυφής για την Ουκρανία παρουσιάστηκε αρχικά στην Ελλάδα ως ένδειξη «σκληρής γραμμής» απέναντι στη Ρωσία. Στην πραγματικότητα, η απόφαση απέχει πολύ από αυτό που παρουσιάστηκε. Η Ε.Ε. συμφώνησε να διαθέσει 90 δισεκατομμύρια ευρώ στην Ουκρανία, χωρίς να αγγίξει τα παγωμένα ρωσικά κεφάλαια. Τα κεφάλαια αυτά παραμένουν ανέπαφα, ενώ το δάνειο που αποφασίστηκε δεν είναι ομολογημένο από όλα τα κράτη-μέλη: Ουγγαρία, Τσεχία και Σλοβακία δεν συμμετέχουν.
Η αρχική πρόταση για χρήση των παγωμένων ρωσικών κεφαλαίων ή των τόκων τους απορρίφθηκε, παρότι είχε στηριχθεί από Γερμανία, Πολωνία, Βαλτικές χώρες και την Ελλάδα. Η σκληρή γραμμή δεν πέρασε, κυρίως λόγω νομικών και οικονομικών προβλημάτων που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την αξιοπιστία της Ευρωζώνης.
Έτσι, η τελική απόφαση προέβλεψε μια ήπια εκδοχή, με άτοκο δάνειο προς την Ουκρανία, χωρίς να διασφαλίζεται η αποπληρωμή του. Η αποπληρωμή συνδέεται με την πιθανή είσπραξη πολεμικών αποζημιώσεων από τη Ρωσία, γεγονός που στην παρούσα συγκυρία μοιάζει πρακτικά αδύνατο.
Το δάνειο αυτό, σε περίπτωση που η Ουκρανία δεν καταφέρει να αποζημιωθεί από τη Ρωσία, μπορεί να λειτουργήσει περισσότερο ως επιδότηση για τη συνέχιση του πολέμου παρά ως πραγματική χρηματοδότηση. Η απόφαση προκαλεί δυσαρέσκεια τόσο στη Μόσχα όσο και στην Ουάσιγκτον, ενώ οι αγορές παρακολουθούν με ανησυχία, καθώς ήδη παρατηρείται άνοδος των αποδόσεων των ομολόγων.
Αναλυτικά, η κατάσταση που διαμορφώνεται έχει τρεις βασικές παραμέτρους. Η «σκληρή γραμμή» που υποστήριξε η Ελλάδα απορρίφθηκε. Η «ήπια γραμμή» που πέρασε διατηρεί τα ίδια προβλήματα: βάζει την Ευρώπη απέναντι στη Ρωσία, την Ουάσιγκτον και δημιουργεί εσωτερική πόλωση μέσα στην ίδια την Ε.Ε. Ταυτόχρονα, εγείρει ερωτήματα για τις δημοσιονομικές προτεραιότητες, καθώς η Ευρώπη μπορεί να περικόψει δαπάνες σε κρίσιμους τομείς, όπως η Κοινή Αγροτική Πολιτική, για να χρηματοδοτήσει στρατιωτικά έξοδα στην Ουκρανία.
Η Ελλάδα, ταυτιζόμενη με την αποτυχημένη σκληρή γραμμή, καταφέρνει να εξοργίσει τη Μόσχα, να ενοχλήσει την Ουάσιγκτον και να απομακρυνθεί από την πλειονότητα των Ευρωπαίων εταίρων. Η κατάσταση αυτή δεν αποτελεί ενεργητική εξωτερική πολιτική, αλλά μάλλον «αυτοχειριασμό», καθώς η χώρα βρίσκεται παγιδευμένη σε στρατηγική που καταρρέει παγκοσμίως.
Η ελληνική στρατηγική βρίσκεται επίσης αντιμέτωπη με τρία αφηγήματα που κυκλοφορούν στο δημόσιο λόγο. Το πρώτο αφήγημα υποστηρίζει ότι η Τουρκία θα τα βρει με τις ΗΠΑ και θα «ελεγχθεί», δίνοντας στην Ελλάδα την ψευδή αίσθηση ασφάλειας μέσω της Ουάσιγκτον. Το δεύτερο αφήγημα βασίζεται στην υπόθεση ότι ο Ερντογάν θα διακόψει τη συνεργασία του με τη Ρωσία, γεγονός που θα επιτρέψει στην Ελλάδα να ενισχύσει την αντιρωσική στρατηγική της.
Η πραγματικότητα όμως δείχνει ότι η Τουρκία παραμένει ενεργειακά και στρατηγικά εξαρτημένη από τη Ρωσία και δεν εγκαταλείπει την πολιτική της αυτονομίας και τις σχέσεις με τον Ευρωασιατικό χώρο. Το τρίτο αφήγημα, το πραγματικό, είναι ότι οι ισχυροί τοπικοί παίκτες αντιστέκονται στα σχέδια τρίτων, όπως αποδείχθηκε στη Γάζα, όπου οι ΗΠΑ παρακάμπτουν την Τουρκία υπέρ του Ισραήλ.
Όλα αυτά τα αφηγήματα δείχνουν ότι το πολιτικό προσωπικό της Ελλάδας παραμένει κολλημένο σε στρατηγικές που έχουν ήδη αποτύχει. Η αποτυχία στην Ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής είναι απλώς η πιο πρόσφατη ένδειξη ενός ευρύτερου προβλήματος: η χώρα δεν μπορεί να αναγνωρίσει τη νέα πολυκεντρική παγκόσμια πραγματικότητα. Η Δύση αλλάζει, η Ευρώπη βρίσκεται σε αδιέξοδο, και η Ελλάδα παραμένει παγιδευμένη σε παλαιές ψευδαισθήσεις.
Η αλλαγή υποδείγματος είναι επιτακτική. Απαιτείται η ανάπτυξη μιας εθνοκεντρικής στρατηγικής σε πολυκεντρικό κόσμο, που θα βασίζεται σε πραγματικούς συμμάχους και συμφέροντα. Η Ελλάδα μπορεί να αξιοποιήσει τις σχέσεις της με το Ισραήλ για κοινές στρατιωτικές επιχειρήσεις και αμυντική συνεργασία, να προσεγγίσει την Ινδία για γεωπολιτική και αμυντική συνεργασία και να ενεργοποιήσει στρατηγικές συμφωνίες με τη Γαλλία στην Ανατολική Μεσόγειο. Η νέα στρατηγική απαιτεί ρήξη με τον κατευνασμό της Τουρκίας και την αναξιοπιστία της σκληρής αντιρωσικής γραμμής που πλέον φέρνει μόνο αντιπαλότητες.
Η Ελλάδα πρέπει να σταματήσει να βασίζεται αποκλειστικά σε soft power και δικαιωματισμούς που απορρίπτονται από τις κοινωνίες. Η εθνοκεντρική στρατηγική απαιτεί σαφείς επιλογές συμμαχιών, ικανότητα στρατηγικής ανάγνωσης της πραγματικότητας και αποφασιστικότητα στη διαχείριση των τοπικών και διεθνών σχέσεων. Η Ευρώπη, η Ρωσία, η Τουρκία και η Ουάσιγκτον κινούνται σε ένα περιβάλλον αμφιλεγόμενο και πολυκεντρικό, όπου οι παλιές στρατηγικές της Ελλάδας δεν έχουν θέση.
Η προχθεσινή απόφαση της Συνόδου Κορυφής αποτελεί την καλύτερη απόδειξη των αδιεξόδων της σημερινής Ευρώπης και της αδυναμίας της Ελλάδας να αξιοποιήσει ευκαιρίες. Αντί να δράσουμε ενεργητικά, παραμένουμε χαμένοι στη μέση, με ψευδαισθήσεις και ανασφάλειες. Η χώρα αδυνατεί να εκμεταλλευτεί την αναδιάταξη των διεθνών ισορροπιών και παραμένει κολλημένη σε στρατηγικές που έχουν ήδη αποτύχει.
Το πολιτικό σύστημα της Ελλάδας είναι εγκλωβισμένο σε αφηγήματα που δεν αντιστοιχούν στη νέα πραγματικότητα. Η αλλαγή υποδείγματος είναι αναγκαία, όχι μόνο στην εξωτερική πολιτική, αλλά και στη στρατηγική σκέψη συνολικά. Χρειάζεται να αναγνωρίσουμε ότι η Δύση μετασχηματίζεται και ότι η Ελλάδα πρέπει να προσαρμοστεί, διαφορετικά θα παραμείνει παγιδευμένη σε παλαιές, αποτυχημένες στρατηγικές και αδιέξοδα.
Η νέα εποχή απαιτεί επανακαθορισμό στρατηγικών στόχων και συμμάχων, αξιοποίηση γεωπολιτικών ευκαιριών και υπέρβαση της λογικής της παθητικής συμμετοχής. Η Ελλάδα μπορεί να κερδίσει χώρο και αξιοπιστία μόνο αν προσαρμόσει την πολιτική της στις νέες πολυκεντρικές ισορροπίες, με σαφή στρατηγική, αποφασιστικότητα και ικανότητα να εκμεταλλευτεί τους πραγματικούς συμμάχους και τις συγκυρίες που προσφέρονται.
Η απόφαση της Συνόδου Κορυφής για την Ουκρανία είναι απλώς το πιο πρόσφατο σημάδι της αδυναμίας της Ευρώπης να διαμορφώσει συνεκτική στρατηγική και της Ελλάδας να παίξει ενεργητικό ρόλο. Το μήνυμα είναι σαφές: η Ελλάδα πρέπει να επανεξετάσει τη θέση της, να εγκαταλείψει παλιές ψευδαισθήσεις και να προετοιμαστεί για έναν κόσμο που είναι ήδη εδώ, πολυκεντρικός, ρευστός και γεμάτος ευκαιρίες για όσους είναι έτοιμοι να τις αξιοποιήσουν.
Η στρατηγική προσαρμογή και η αλλαγή υποδείγματος είναι αναγκαίες όχι απλώς για να αποφύγουμε περαιτέρω απώλειες, αλλά για να αποκτήσει η χώρα ενεργητικό ρόλο στις νέες διεθνείς ισορροπίες. Όσο παραμένουμε προσκολλημένοι σε αποτυχημένα αφηγήματα, τόσο χάνουμε την ευκαιρία να δημιουργήσουμε έναν νέο, αξιόπιστο και αποτελεσματικό χώρο πολιτικής δράσης στην περιοχή μας και παγκοσμίως.
Η απόφαση της Συνόδου Κορυφής είναι η καλύτερη απόδειξη ότι η Ελλάδα πρέπει να σταματήσει να κινείται στην παθητική λογική της Ευρώπης και να αναλάβει πρωτοβουλίες με στρατηγικό σχεδιασμό, εθνοκεντρική στρατηγική και σαφή προσδιορισμό συμμάχων. Το αύριο απαιτεί επαναστατική σκέψη, αποφασιστικότητα και ικανότητα να εκμεταλλευτούμε την αναδιάταξη δυνάμεων γύρω μας.
Η Ελλάδα, αν συνεχίσει να παραμένει προσκολλημένη σε παλιές στρατηγικές και σε αφηγήματα που έχουν ήδη αποτύχει, κινδυνεύει να βρεθεί εκτός των νέων ισορροπιών, χαμένη ανάμεσα σε ευρωπαϊκά και διεθνή αδιέξοδα, αδυνατώντας να παίξει ρόλο που της αναλογεί στην περιοχή.
Η ανάγκη για εθνοκεντρική στρατηγική και αλλαγή υποδείγματος είναι τώρα πιο επείγουσα από ποτέ. Η Ελλάδα πρέπει να δει, να κατανοήσει και να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες που ήδη βρίσκονται μπροστά της, πριν να είναι πολύ αργά.
Η Ευρώπη βρίσκεται σε αδιέξοδο. Η Ελλάδα, προς το παρόν, βρίσκεται χαμένη στο πουθενά, ανέτοιμη για το αύριο που ήδη έχει φτάσει.


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου