Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2017

H Γερμανία σε πανικό από τις εξελίξεις στη Λιβύη

Libya Major General Khalifa Haftar
source: CBS News
Γράφει ο Πολυδεύκης
Ειδικός Συνεργάτης του Geopolitics and Daily News
Η Ε.Ε. δείχνει διχασμένη ως προς την επόµενη ημέρα της Λιβύης. O λόγος δεν είναι
άλλος από το πρόσωπο κλειδί της επίλυσης του λιβυκού ζητήματος, μετά την απομάκρυνση των εξτρεμιστών από τη χώρα, τον Λίβυο Στρατάρχη HAFTAR. H Γερµανία δείχνει απρόθυμη να συναινέσει στην εγκατάλειψη της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης του F. AL SARAJ, τη στιγμή που ο HAFTAR έχει προσεγγίσει το αντίπαλο δέος αυτής στην ευρωπαϊκή οικογένεια, τη Γαλλία, στην οποία έχει υποσχεθεί τη μερίδα του λέοντος από την επιχείρηση ανοικοδόμησης της Λιβύης.
Ο λίβυος στρατάρχης φρόντισε να παίξει το διπλωματικό χαρτί του «Διαίρει και Βασίλευε» στην Ε.Ε. με αντίτιμο τα οφέλη από την συνεργασία των ευρωπαϊκών δυνάμεων με τη χώρα του. Τώρα η Ε.Ε. απευθύνεται στη Ρωσία για να συνάψει συμφωνία με τον Λίβυο Στρατάρχη HAFTAR σε μία ύστατη προσπάθεια να αποτρέψουν τη Μόσχα να βοηθήσει τον ισχυρό άνδρα να αποκτήσει συνολική στρατιωτική εξουσία στη Λιβύη.
Ο HAFTAR, στρατιωτικός Δκτής της ανατολικής Κυβέρνησης της Λιβύης, έχει επιδιώξει τη βοήθεια της Μόσχας για να πολεμήσει την «IS», ωστόσο Ευρωπαίοι διπλωμάτες φοβούνται ότι θα μπορούσε να ενταχθεί σε αυτό που έχει χαρακτηρισθεί ως άξονας κοσμικών απολυταρχικών ηγετών του V. ΡUΤΙΝ στη Μέση Ανατολή, στο πλευρό του Σύριου Προέδρου Β. ΑL ASAD και του Αιγύπτιου Προέδρου ΑΒDΕL FATAH AL SISI.
H Ε.Ε. ελπίζει ότι η Ρωσία -πιθανόν σε συμμαχία με τις ΗΠΑ- θα επιδιώξει να πείσει τον HAFTAR να συμβιβασθεί με ένα αυξημένο στρατιωτικό ρόλο, αλλά υπό πολιτική διοίκηση και εντός των πλαισίων της υποστηριζόμενης από τα Η.Ε. Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας (Government of National Accord – GNA) που συστάθηκε το 2015.
Όπως έχει αναφερθεί σε παλαιότερο άρθρο, η Ρωσία επιδιώκει να διευρύνει την επιρροή της στη Μέση Ανατολή, με τους διπλωμάτες να αµφιβάλουν αν η Ρωσία εμπλέκεται εποικοδομητικά στη Λιβύη ή επιδιώκει αντιθέτως να υποστηρίξει αποκλειστικά τον HAFTAR για να υπονομεύσει τις προσπάθειες των ΗΕ. να οδηγήσουν τις πολλαπλές παρατάξεις της Λιβύης στο να συμβιβασθούν.
Η Μόσχα, η οποία είναι πρόθυμη να ανακτήσει τις απολεσθείσες επενδύσεις πετρελαίου και υποδοµών στην Λιβύη, έχει στηρίξει τον HAFTAR και επίσης έχει περιθάλψει τους τραυματίες στρατιώτες του, αλλά ακόµα δεν έχει παράσχει εξοπλισμό. Η κρίση είναι επείγουσα καθώς η Ε.Ε. χρειάζεται μία βιώσιμη Κυβέρνηση για να εργασθεί μαζί της προκειμένου να ελέγξει τη ροή των σκαφών των προσφύγων που διασχίζουν την Μεσόγειο. Ο HAFTAR έχει φροντίσει να περάσει το μήνυμα πως οι επιθυμίες της Ε.Ε. µπορούν να ικανοποιηθούν μόνο µέσα από τη δική του δράση.
Σε μία προσπάθεια να εξετάσουν τις ρωσικές προθέσεις, η ιταλική Κυβέρνηση, η επικεφαλής ευρωπαϊκή χώρα στη Λιβύη, πραγματοποιεί έναν δεύτερο γύρο συνομιλιών με τη Ρωσία προκειμένου να πείσει τη Μόσχα, ότι ένας στρατιωτικός δικτάτορας ως μοναδική εξουσία, δεν αποτελεί βιώσιμη λύση για την αναρχία που επικρατεί στη Λιβύη. Αυτές οι συνοµιλίες πραγματοποιούνται παράλληλα με τις τριµερείς συνομιλίες Καΐρου, Αλγερίας Τυνησίας για το μέλλον της Λιβύης, οι οποίες κρίνονται ιδιαιτέρως σημαντικές ως βάση για τις οποιεσδήποτε περεταίρω συνομιλίες.
Ο Ιταλός ΥΠΕΞ, ANGELENO ALFANO, δήλωσε ότι υφίστανται ήδη θετικά σημάδια από τον διάλογο με το Κρεμλίνο και θα συναντήσει τον Ρώσο οµόλογο του, SERGEY LAVROV, για δεύτερη φορά την 16η Φεβρουαρίου στη Βόννη της Γερµανίας. Ο ρόλος της Ρωσίας στη Λιβύη τέθηκε επίσης στις συνομιλίες μεταξύ του Ιταλού Πρωθυπουργού PAOLO GENTILONI και της THERESA MAY στο Λονδίνο, όπου συζήτησαν το είδος του συμβιβασμού που θα µπορούσε να δημιουργηθεί, εφόσον υπάρξει κάποιος τέτοιος, ώστε να παραχωρηθεί ρόλος για τον HAFTAR, στην, έχουσα την έδρα της στην Τρίπολη, Κυβέρνηση «GΝΑ».
Είναι σημαντικό πως πολλοί Λίβυοι έχουν χάσει την πίστη τους στην δυνατότητα της υπόψη Κυβέρνησης να εκπληρώσει τα βασικά, όπως λειτουργικές τράπεζες και παροχή ηλεκτρικού ρεύματος. Σε επανειλημμένες συνομιλίες συμφιλίωσης, που επιβλέπονται από τα Η.Ε., η αναποτελεσµατική Κυβέρνηση «GNA» έχει μέχρι στιγμής αποτύχει να επιτύχει ένα πολιτικό συµβιβασμό με τους, έχοντες την έδρα τους στο Tobruk, αντιπάλους της στην ανατολική Λιβύη και ιδιαίτερα με τον HAFTAR, τον επικεφαλής του Εθνικού Στρατού της χώρας (LIBYAN NATIONAL ARMY).
O HAFTAR πιστεύει ότι η αντιτροµοκρατική του ατζέντα θα τύχει πλέον µίας θετικής αντίδρασης από τον Αμερικανό Πρόεδρο D. TRUMP. H πιθανότητα συνδυασμένης υποστήριξης από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία δύσκολα θα λειτουργήσει ευνοϊκά ώστε να συµβιβασθεί ο HAFTAR. Παρόλα ταύτα η Ε.Ε. εξακολουθεί να πιστεύει ότι οι ΗΠΑ και η Ρωσία θα πεισθούν να επιδιώξουν έναν πολιτικό συμβιβασμό που θα συνασπίσει τη Δύση και την Ανατολή της χώρας. Ωστόσο οι ελπίδες αυτές εκτιμάται πως είναι φρούδες και αποτελούν διαπραγματευτικό ιδίωμα αυτού που έχει απολέσει την πρωτοβουλία των κινήσεων και τον έλεγχο της κατάστασης.
Ενημερώνοντας το Συµβούλιο Ασφάλειας των Η.Ε., ο ειδικός απεσταλμένος για τη Λιβύη MARTIN KOBLER δήλωσε την Τετάρτη (08/02/17) πως είναι πεπεισμένος ότι εντός εβδομάδων θα μπορέσει να συμφωνηθεί ένα σχήμα για να προβεί σε αλλαγές στο σύνταγμα της Λιβύης, συμπεριλαμβάνοντας και τον ρόλο του HAFTAR. H πρόκληση είναι να επιτραπεί στον τελευταίο ένας ανώτερος ρόλος στη Δύναμη εθνικής άμυνας, ωστόσο µε απαραίτητο όρο ότι θα υπόκειται σε πολιτικό έλεγχο. Φυσικά την ίδια στιγμή θα πρέπει να έχουμε υπόψη πως ο Λίβυος Στρατάρχης έχει απαξιώσει πολλάκις τον MARTIN KOBLER χαρακτηρίζοντάς τον, ως κάποιον που έχει πλήρη άγνοια των δρώμενων στη Λιβύη και ίσως έχει δίκιο, αφού σε αυτή τη χώρα ο έχων τη στρατιωτική ισχύ αποτελεί ρυθμιστή των πολιτικών δρώμενων.
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του βρετανικού Κοινοβουλίου, CRISPIN BLUNT, είναι μία από τις φωνές που προτρέπουν τις ΗΠΑ να μη θέλγονται από τον μύθο του ισχυρού άνδρα για τον HAFTAR, αναφέροντας ειδικότερα: «ο HAFTAR, πρέπει να αποτελεί μέρος της λύσης, αλλά η υπόθεση ότι είναι η λύση δεν ισχύει βάσει της υφιστάμενης πραγματικότητας στη Λιβύη. Αποτελεί μία διχαστική φυσιογνωµία και αυτό αποτελεί μία δυσάρεστη αλήθεια που δεν μπορεί να παραποιηθεί». Την ίδια στιγμή ο Βρετανός ΥΠΕΞ, Β. JOHNSON, χαιρέτησε τις συζητήσεις με τη Ρωσία σχετικά με έναν µελλοντικό ρόλο του HAFTAR στη Λιβύη. Ωστόσο, αυτές οι δηλώσεις αποτελούν φωνή βοώντος εν τη ερήµω, αφού η Μόσχα θα πρέπει να πεισθεί με κάποιον τρόπο πως έχει να κερδίσει περισσότερα µε την εγκατάλειψη του HAFTAR, παρά µε τη στήριξή του.
Η Ε.Ε. εκτιµά πως υφίστανται ενδείξεις ότι μία εκδοχή του υπόψη μηνύματος που μεταβιβάζεται από τους Ευρωπαίους αξιωµατούχους γίνεται κατανοητό στην Washington. Σε τηλεφωνική συνομιλία, το προηγούμενο Σαββατοκύριακο, ο TRUMP ενθάρρυνε τον GENTILONI να συνεχίσει την πολιτική που ασκεί στη Λιβύη. Ο απερχόμενος ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ στη χώρα JONATHAN WINER, έχει επίσης προτρέψει τον TRUMP να μην υποστηρίξει τον HAFTAR. Ωστόσο, ο WINER δεν αποτελεί άνθρωπο του TRUMP (τοποθετήθηκε στη χώρααπό τον ΟΒΑΜΑ) και είναι άγνωστο αν ο GENTILONI ενθαρρύνθηκε για την αποδόμηση του HAFTAR ή για τις συζητήσεις με τη Μόσχα, προκειμένου να βρεθεί σύντομα κάποια λύση.
Η Ε.Ε. έχει συμφωνήσει επί ενός φιλόδοξους σχεδίου για να περιορίσει την ροή προσφύγων δια θαλάσσης, µε την Ιταλία να επιθυμεί να διακόψει τις οδούς λαθραίας διακίνησης ανθρώπων κατά μήκος των νότιων συνόρων της Λιβύης με το Νίγηρα και το Τσαντ. Το σχέδιο της Ε.Ε. ήδη επικρίνεται από φιλανθρωπικές οργανώσεις που φοβούνται ότι η Ε.Ε. σχεδιάζει να αποστείλει µετανάστες σε απάνθρωπα στρατόπεδα κράτησης στη Λιβύη κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου. Ωστόσο αυτό που είναι σημαντικό σε αυτό το σηµείο είναι πως το, έχον την έδρα του στο Tobruk, Κοινοβούλιο έχει αρνηθεί να αναγνωρίσει τη συμφωνία της Ε.Ε. και υπάρχει ένας πολύ καλός λόγος για αυτή την άρνηση.
Η γενικότερη εκτίμηση είναι πως η λύση στη Λιβύη θα δοθεί μέσα από την εκλογική διαδικασία, κάτι που ο HAFTAR επιθυµεί από τη στιγμή που ο F. AL SARAJ έχει χάσει το λαϊκό έρεισμα. Το ευρωπαϊκό σχέδιο δεν ωφελεί το Λίβυο Στρατάρχη ο οποίος γνωρίζει πως σε μία εκλογική διαδικασία, με τους ισλαμιστές να έχουν χάσει μεγάλο μέρος της ισχύς τους και το εκλογικό σώμα να έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στον F. AL SARAJ, θα ήταν νικητής. Αυτή η θεώρηση απειλείται σε περίπτωση αθρόας επανεισόδου στη χώρα Λίβυων οι οποίοι δεν έχουν αντιμετωπίσει την αναποτελεσματικότητα της τρέχουσας διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης και ως εκ τούτου δύναται να ψηφίσουν με διαφορετικά κριτήρια.
Η λιβυκή κυβέρνηση (GNA) κατήγγειλε τη συγκρότηση ενός ένοπλου συνασπισμού, ο οποίος αυτοαποκαλείται Εθνοφρουρά και ιδρύθηκε την προηγούμενη εβδομάδα στην Τρίπολη. Για την GNA που ακόμα αγωνίζεται να επανδρώσει μία ομάδα 10000 ενόπλων για την προστασία της, η ίδρυση μίας τέτοιας εθνοφρουράς αποτελεί πρόκληση, αφού τη θεωρεί παράλληλο όργανο ασφαλείας. Μάλιστα προχώρησε έτι περισσότερο χαρακτηρίζοντας όσους την στελεχώνουν και όσους τη στηρίζουν παρανόμους.
Η εμπρηστική αυτή ρητορική φυσικά και διαθέτει τη στήριξη της Ε.Ε. Αποτελεί μία ύστατη προσπάθεια για την εύρεση πολιτικής λύσης στο ζήτημα, μιας και η Εθνοφρουρά που συγκροτήθηκε στις 09-02-2017 έχει ανακοινώσει πως αποστολή της είναι η καταπολέμηση της IS η εγγύηση της ασφάλειας των κρατικών δομών, ήτοι της Misrata και των λιμανιών από όπου προέρχεται η εν λόγω Εθνοφρουρά, των διπλωματικών αντιπροσωπειών και των ξένων υπηκόων.
Αυτό ωστόσο υπονομεύει βαθύτατα την GNA, αφού αναδεικνύει την αναποτελεσματικότητά της και δημιουργεί μία νέα «Συρία», όπου η παρουσία της Ρωσίας στα ΒΔ παράλια εγγυάται την ασφάλεια στην περιοχή χωρίς επί της ουσίας να αγγίζει εκείνα τα εδάφη ο πόλεμος. Σε περίπτωση που η Εθνοφρουρά πετύχει να εγγυηθεί αποτελεσματικά την ασφάλεια των ξένων διπλωματών, τότε αρκετές χώρες θα σκεφτούν να μεταφέρουν τις διπλωματικές τους αποστολές στην Τρίπολη, αφήνοντας το Tobruk εκτεθιμένο στην απομόνωσή του από ολόκληρο τον κόσμο.
Φυσικά η κίνηση αυτή της ίδρυσης μίας Εθνοφυλακής δείχνει πως διαθέτει την στήριξη, ίσως και το σχεδιασμό, του HAFTAR, εξού και η ανακοίνωση της GNA στην οποία καταδικάζονται και όσοι στηρίζουν την εν λόγω ένοπλη ομάδα. Όπως και αν έχει οι επόμενες εβδομάδες θα καθορίσουν το αν το σχέδιο της Ε.Ε. θα έχει αποτέλεσμα ή αντιθέτως η εποπτεία θα παραχωρηθεί σε μία άλλη ομάδα στην Washington και την Μόσχα.

Πάντως, επί του παρόντος, η Washington δείχνει πως ακολουθεί την ισραηλινή διπλωματική γραμμή, η οποία δείχνει πως εμπιστεύεται περισσότερο τον HAFTAR από μία ισλαμική κυβέρνηση, ελέω των σχέσεων που έχει αναπτύξει αυτός με την Αίγυπτο, αλλά και της αποστροφής του προς το μουσουλμανικό εξτρεμισμό. Δεν είναι τυχαίο ότι ενώ ο Γ.Γ. του ΟΗΕ επιθυμούσε δια καώς την τοποθέτηση του παλαιστίνιου SALAM FAYYAD ως απεσταλμένου του οργανισμού για την ειρήνη στη Λιβύη, οι ΗΠΑ έθεσαν θέμα βέτο, μέσω της πρέσβειράς τους NIKKI HALEY, η οποία ούτε λίγο ούτε πολύ κατηγόρησε τον ΟΗΕ για αθέμιτη προκατάληψη εναντίον του Ισραήλ και φιλοπαλαιστινιακή πολιτική.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

.

.

Δημοφιλείς αναρτήσεις